Πως φτάσαμε στον Μεγάλο Οκτώβρη; Η επανάσταση του 1905 – Του Αποστόλη Σερέτη
Η Οκτωβριανή Επανάσταση αποτελεί ένα από τα κομβικότερα σημεία της ιστορίας από πάρα πολλές οπτικές γωνίες. Για να μπορέσουμε ωστόσο να κατανοήσουμε το πώς έφτασε να πραγματοποιηθεί αυτή η Μεγάλη Επανάσταση, πρέπει να γυρίσουμε λίγο το χρόνο πίσω και να δούμε τη κοινωνική διαπάλη και τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν πριν την επανάσταση στη Ρωσία. Η βιομηχανική επανάσταση είχε ως καίριο και κύριο αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας νέας τάξης, των εργατών, οι οποίοι όχι μόνο δεν είχαν την παραμικρή ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής, αλλά και ο ρόλος που έπαιζαν σ` όλη την παραγωγική διαδικασία ήταν καθαρά μηχανιστικός. Διαμορφώθηκε το προλεταριάτο, που σ` αντίθεση όμως με την αστική τάξη της Γαλλικής Επανάστασης, δεν άργησε να συνειδητοποιήσει τη θέση του και τη δύναμή του. Ο ρόλος του κεφαλαίου, αλλά και η θέση της εργατικής τάξης μελετήθηκαν επιστημονικά από τους Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς, που δεν περιορίστηκαν σε αφηρημένες επιστημονικές μελέτες αλλά άνοιξαν το δρόμο που οδηγεί στην πρακτική εφαρμογή της έλλειψης των κοινωνικών αντιθέσεων, στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, της αναδιανομής και αυτοδιαχείρισης της γης, στον έλεγχο των μέσων παραγωγής από τους εργάτες, δηλαδή με μια λέξη στον κομμουνισμό. Η αστική τάξη, αφού εξασφάλισε λίγο ή πολύ όσα αγωνίστηκε να πετύχει το 1789, κατάντησε να συνεργάζεται με τα υπολείμματα της φεουδαρχίας, που είχε μεταβληθεί πλέον σε συνταγματική μοναρχία.
Ο Λένιν στο έργο του «Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία», στον πρόλογο στη δεύτερη έκδοση, αναφέρει χαρακτηριστικά σχετικά με τις τάξεις, την ταξική πάλη και τον καθοδηγητικό ρόλο της εργατικής τάξης: «Η ανάλυση του κοινωνικο-οικονομικού καθεστώτος, συνεπώς και της ταξικής διάρθρωσης της Ρωσίας, που έγινε σ’ αυτό το έργο με βάση την οικονομική έρευνα και την κριτική ανάλυση των στατιστικών στοιχείων, επιβεβαιώνεται τώρα με την ανοιχτή πολιτική εμφάνιση όλων των τάξεων, στην πορεία της επανάστασης. Αποκαλύφθηκε πέρα για πέρα, ο καθοδηγητικός ρόλος του προλεταριάτου. Αποκαλύφθηκε επίσης ότι η δύναμή του στο ιστορικό ξεκίνημα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από το ποσοστό του στο γενικό σύνολο του πληθυσμού».
Η επανάσταση του 1905 στη Ρωσία, θεωρείται ως η απαρχή της δημιουργίας των πολιτικών ρευμάτων και κοινωνικών δυνάμεων που προαναφέρθηκαν και που θα πρωταγωνιστούσαν το επόμενο διάστημα στη Ρωσία η οποία είχε πολύ καθυστερημένη βιομηχανική ανάπτυξη, επομένως και πιο αδύναμη αστική τάξη. Αυτό το οποίο πρέπει να επισημανθεί, είναι πως από την επανάσταση του 1905, ξεκίνησε μια αδιάκοπη ζύμωση του ρωσικού λαού που οδήγησε στην Οκτωβριανή επανάσταση του 1917. Οργανώθηκαν επιτροπές, Σοβιέτ (εργατικά συμβούλια) σε μεγάλες βιομηχανικές παραγωγικές μονάδες, στις ένοπλες δυνάμεις έγιναν πολλές ανταρσίες ενώ ταυτόχρονα άρχισαν να πληθαίνουν τα αιτήματα των αγροτών για γη.
Παράλληλα, ο ρωσοιαπωνικός πόλεμος είχε γονατίσει στην κυριολεξία την ρωσική κοινωνία ενώ οι συνεχόμενες ήττες είχαν πλήξει το γόητρο του τσάρου ακόμα περισσότερο. Οι στρατιώτες δεν άντεχαν άλλο τον πόλεμο και το αίτημα για ειρήνη και περισσότερες ελευθερίες είχε πλημμυρίσει ολόκληρη την ρωσική αυτοκρατορία. Η καταστολή που επιβλήθηκε στην εξέγερση του 1905 από τις τσαρικές δυνάμεις, μεγάλωσε ακόμα περισσότερο το χάσμα που υπήρχε ανάμεσα στο τσάρο και τη κοινωνία.
Λίγο πριν ξεσπάσει η επανάσταση του 1905 τον Ιανουάριο, επήλθε η οριστική διάσπαση του ρωσικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Οι μενσεβίκοι είχαν την πρόθεση να αφήσουν την ηγεσία της επανάστασης στις δυνάμεις της φιλελεύθερης ρωσικής αστικής τάξης. Ο Λένιν παρά το γεγονός ότι αναγνώριζε τον αστικοδημοκρατικό χαρακτήρα της επανάστασης, υποστήριζε ότι την ηγεσία της επανάστασης έπρεπε να την αναλάβουν οι αγρότες και η εργατική τάξη. Πίστευε ότι εξαιτίας της αδυναμίας της, η αστική τάξη θα ήταν ανίκανη να οδηγήσει την επανάσταση ως την ανατροπή του τσαρισμού και θα αναδιπλωνόταν αντίθετα σε ένα συμβιβασμό με την μοναρχία και την αριστοκρατία των γαιοκτημόνων. Έτσι στους κόλπους του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (ΡΣΔΕΚ) επήλθε διάσπαση και ρήξη των Μπολσεβίκων με τους Μενσεβίκους στο 2ο Συνέδριο του Κόμματος το 1903.
Αυτό που έδωσε ιδεολογικό μανδύα στην επανάσταση του 1905 ήταν η εισαγωγή του καπιταλισμού στη Ρωσία. Οι βιομηχανικοί εργάτες των μεγάλων πόλεων συμμετείχαν μαζικά σε ενώσεις και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα πολιτικοποιήθηκαν. «…Στις 3 Ιανουαρίου του 1905, μετά από μια απόλυση, οι εργάτες του εργοστασίου Πουτίλοφ της Αγίας Πετρούπολης ξεκίνησαν απεργία. Η διακοπή της εργασίας δεν άργησε να διαδοθεί στα υπόλοιπα εργοστάσια και εξελίχθηκε σε γενική απεργία με τη συμμετοχή περίπου 250.000 εργατών. Πίσω από την απεργία βρισκόταν η οργάνωση της Ένωσης των Εργατών Εργοστασίων, που είχε συσταθεί από το κράτος. Επικεφαλής αυτής της Ένωσης ήταν ένας νεαρός ιερέας, ο Γιούρι Γκαπόν. Η αίτηση που απηύθυνε στον Τσάρο έφερε πάνω από 135.000 υπογραφές…» .
Συγκεκριμένα τον Ιανουάριο τους 1905 κηρύχτηκε γενική απεργία στα εργοστάσια της Πετρούπολης. «…Στις 22 Ιανουαρίου, ημέρα Κυριακή, η ειρηνική πορεία, προς την Αγία Πετρούπολη, 100.000 εργατών με τις οικογένειες τους, για να ζητήσουν από τον τσάρο Νικόλαο Β΄ καλύτερες συνθήκες εργασίας, κατέληξε σε αιματηρή συμπλοκή. Απρόθυμος να ακούσει τα αιτήματα των εργατών, ο τσάρος διέταξε το στρατό να χτυπήσει τους άοπλους διαδηλωτές. Πάνω από 500 σκοτώθηκαν και πολλοί περισσότεροι τραυματίστηκαν. Τα γεγονότα της «Ματωμένης Κυριακής» στη Ρωσία αποτέλεσαν αποφασιστικό πλήγμα για τις παραδοσιακές σχέσεις των Ρώσων με τον τσάρο τους. Ο τσάρος δεν βρισκόταν στα χειμερινά ανάκτορα και οι δυνάμεις του είχαν διαταγή να διαλύσουν οποιαδήποτε συγκέντρωση. Όταν οι διαδηλωτές αρνήθηκαν να υποχωρήσουν, οι αρχές το θεώρησαν ως σημάδι επανάστασης και αποφάσισαν να χτυπήσουν τον όχλο κάνοντας επίδειξη δύναμης. Οι στρατιώτες άρχισαν να πυροβολούν στο πανικόβλητο πλήθος…»
Η Ματωμένη Κυριακή
Μετά από αυτό το χτύπημα ακολούθησε αντίποινα από τους επαναστάτες οι οποίοι χτύπησαν πρόσωπα με μεγάλη πολιτική σημασία. Τον Φεβρουάριο οι επαναστάτες σκότωσαν τον Μέγα Δούκα της Ρωσίας στη Μόσχα. «…Καθώς η άμαξά του περνούσε από τις πύλες του Κρεμλίνου στη Μόσχα, ο Μέγας Δούκας Σεργκέι Αλεξάντροβιτς, θείος του τσάρου Νικόλαου Β΄ και ένας από τους κυριότερους συμβούλους του, δολοφονήθηκε από βόμβα. Η είδηση της δολοφονίας δεν αποτελούσε έκπληξη, γιατί το όνομα του Δούκα ήταν πρώτο στη λίστα του Σοσιαλεπαναστατικού Κόμματος, που είχε σκοτώσει και τον υπουργό εσωτερικών Πλεχβ. Λίγοι θρήνησαν τον θάνατο του Δούκα. Ήταν άνθρωπος βίαιος και ανίκανος, ενώ είχε δημιουργήσει αρκετές αντιπάθειες, αντίθετα με τη γυναίκα του που ήταν αγαπητή στο λαό…»
Κατά τη διάρκεια της επανάστασης η κατάσταση στο μέτωπο ήταν τραγική. Το σύνθημα για ειρήνη ηχούσε σε όλο το στράτευμα. Οι κακουχίες και η ανάλγητη συμπεριφορά των ανώτερων στους στρατιώτες σε συνδυασμό με την αδιαφορία του τσάρου για τους στρατιώτες, είχαν συντελέσει στην μη αποτελεσματικότητα των ρωσικών στρατευμάτων. Ο ρωσικός στρατός ηττήθηκε στο Πόρτ Άρθουρ από τους Ιάπωνες με μεγάλες απώλειες. Έχει υπολογιστεί ότι από τους περίπου 45.000 στρατιώτες που βρίσκονταν εκεί 8.000 περίπου σκοτώθηκαν και 15.000 τραυματίστηκαν. Η μεγαλύτερη ζημιά όμως για τα ρωσικά στρατεύματα σημειώθηκε στο Μούκδεν και στη Νότια Μαντζουρία τον Μάρτιο του 1905. Συγκεκριμένα οι μαζικές ιαπωνικές επιθέσεις ανάγκασαν τους Ρώσους σε άτακτη φυγή. «…Ο στρατηγός Κουροπάτκιν αποφάσισε να εγκαταλείψει το Μούκδεν και τη Νότια Μαντζουρία. Αναφέρεται ότι ο ρωσικός στρατός είχε 200.000 θύματα στα πεδία των μαχών που κυριαρχούνταν από φρενίτιδα επιθέσεων του ιαπωνικού πεζικού. Μεγάλη ιαπωνική συγκέντρωση βορειοδυτικά του Μούκδεν, ανάγκασε τους Ρώσους να υποχωρήσουν προς τον αυχένα Τίε, τρεις μέρες πορεία προς το Βορρά. Στην υποχώρησή τους πέταξαν τα όπλα και τα εφόδιά τους. Και καθώς πλησίαζαν τα ιαπωνικά στρατεύματα στον αυχένα Τίε, στη ρωσική πρωτεύουσα, την Αγία Πετρούπολη, η κατάσταση χειροτέρευε. Αντιπολεμικές διαδηλώσεις γίνονταν στις εργατικές συνοικίες, ενώ η αναταραχή εξαπλωνόταν και στις επαρχίες, όπου πραγματοποιήθηκαν επιθέσεις κατά των γαιοκτημόνων…»
Η τελευταία μεγάλη ήττα των Ρώσων σημειώθηκε στη ναυμαχία της Τσουσίμα. Τον Μάιο του 1905 τερματίστηκαν και επίσημα οι τελευταίες ελπίδες που είχε ο τσάρος για νίκη στο ρωσοιαπωνικό πόλεμο και πλέον και ο ρωσικός στόλος άρχισε να εναντιώνεται στο καθεστώς. «…Ο στόλος του ναυάρχου Ρογιεστβένσκυ, καταστράφηκε στο στενό της Τσουσίμα. Οι Ιάπωνες υποστηρίζουν ότι έχουν βυθίσει 12 πολεμικά πλοία, συμπεριλαμβανομένων και των θωρηκτών Όρελ και Μποροντίνο, καθώς και δύο καταδιωκτικά…Ο ρωσικός στόλος είχε συγκεντρωθεί στη Βαλτική Θάλασσα πριν τη μοιραία σύγκρουση. Ο ναύαρχος του ιαπωνικού στόλου καταδίωξε τα ρωσικά πλοία μέσα σε πυκνή ομίχλη και τους επιτέθηκε με τορπίλες και βομβαρδισμούς. Οι Ρώσοι ξαφνιάστηκαν και δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν γρήγορα. Οι Ιάπωνες συγκέντρωσαν τα πυρά τους στα ρωσικά θωρηκτά. Τα πλοία του ρωσικού στόλου που δεν βυθίστηκαν, έπλευσαν προς ουδέτερα λιμάνια στη Κίνα…»
Η κατάσταση στην Ρωσία ήταν εκρηκτική. Στόχος του Λένιν ήταν η προετοιμασία ενός ένοπλου ξεσηκωμού των μαζών κατά του τσαρικού καθεστώτος και η δημιουργία μιας προσωρινής κυβέρνησης για να οργανώσει την επαναστατική δημοκρατική δικτατορία των εργατών και των αγροτών. Το τρίτο συνέδριο του κόμματος, που αποτελούνταν αποκλειστικά από Μπολσεβίκους και έγινε τον Μάιο του 1905, πέρασε ένα νέο αγροτικό πρόγραμμα που περιέλαβε την κατάσχεση της ιδιοκτησίας των γαιοκτημόνων. Τον Οκτώβριο του 1905 ξεκίνησε μία πανρωσική απεργία. Στις 17 του μήνα ο Τσάρος δημοσίευσε τη διακήρυξή του για «Σύνταγμα.». Αρχές Νοεμβρίου ο Λένιν επέστρεψε στη Ρωσία από τη Γενεύη, και απευθύνθηκε στους Μπολσεβίκους για να προσελκύσει στο κόμμα ευρύτερες μάζες εργαζομένων, αλλά και για να διατηρήσει τους παράνομους μηχανισμούς τους σε αναμονή για αντί-επαναστατικά χτυπήματα. Στα γεγονότα του 1905 ο Λένιν διέκρινε τρία κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Πρώτον παρατήρησε ότι αποκτήθηκε η έστω προσωρινή αντίληψη, από τους ανθρώπους, της πραγματικής πολιτικής ελευθερίας, δεύτερον ότι συντελέστηκε η δημιουργία μίας νέας επαναστατικής δύναμης με τη μορφή των Σοβιέτ των αντιπροσώπων των εργαζομένων, των στρατιωτών και των αγροτών. Τέλος εντόπισε πώς έγινε χρήση δύναμης πίεσης και διεκδίκησης δικαιωμάτων από τα άτομα ενάντια σε εκείνους που είχαν χρησιμοποιήσει προηγουμένως εναντίον τους καταπίεση και άλλες μορφές δύναμης και γενικότερα πολιτικής ισχύος.
Σύντομα ο τσάρος Νικόλαος, κατάλαβε ότι η κυβέρνηση του, θα αναγκαζόταν να υποχωρήσει στις θέσεις των επαναστατών. Στο περιβόητο «Μανιφέστο του Οκτώβρη», ο τσάρος υποσχέθηκε στο λαό ελευθερίες με σκοπό να καταπραΰνει την επαναστατικότητα του. Η αστική τάξη εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και άρχισε να αποκτά δύναμη στη πολιτική και οικονομική ζωή της Ρωσίας. Συγκεκριμένα «…Στις 30 Οκτωβρίου ο Νικόλαος Β΄ εξέδωσε το λεγόμενο «Μανιφέστο του Οκτώβρη», με το οποίο υποσχόταν εγγύηση των ατομικών ελευθεριών, ένα μετριοπαθές φιλελεύθερο εκλογικό σύστημα για την εκλογή βουλής και διαβεβαίωνε ότι στο εξής, κανένας νόμος δεν θα ήταν έγκυρος αν δεν είχε την έγκριση της βουλής. Αυτό συνέπεσε με το ζενίθ της επαναστατικής πλημμυρίδας. Στη διάρκεια των επόμενων δύο χρόνων, ο Νικόλαος εξέδωσε σειρά σαρωτικών διαταγμάτων που εκμηδένιζαν τις περισσότερες υποσχέσεις που είχε δώσει το «Μανιφέστο του Οκτώβρη»…»
Το γεγονός εκείνο που απέδειξε πως η επανάσταση του 1905 είχε εξαπλωθεί ακόμα περισσότερο στις ένοπλες δυνάμεις, ήταν η ανταρσία που έγινε στο θωρηκτό Ποτέμκιν. «…Τον Ιούνιο, η κόκκινη σημαία της επανάστασης κυμάτιζε στο Ποτέμκιν, το σημαντικότερο ρωσικό θωρηκτό στη Μαύρη Θάλασσα. Η εξέγερση στο θωρηκτό άρχισε όταν ο υπεύθυνος αξιωματικός συσσιτίου σκότωσε ένα ναύτη που παραπονέθηκε για την ποιότητα της σούπας του. Ταυτόχρονα, η Οδησσός ζούσε στον αναβρασμό των απεργιών. Οι αυτοκρατορικές δυνάμεις προσπαθούσαν να διαλύσουν τους απεργούς…»
Στρατιωτικές στάσεις ακολούθησαν στην Κροστάνδη, στο στόλο του Εύξεινου, ενώ στις 7 Δεκεμβρίου ξέσπασε γενική απεργία στη Μόσχα, που εξελίχτηκε σε ένοπλη εξέγερση, η οποία τελικά πνίγηκε στο αίμα. Τα γεγονότα αυτά, μολονότι δεν πέτυχαν, έδωσαν την ευκαιρία στους αγρότες και στους εργάτες να οργανωθούν σε σοβιέτ και να προετοιμάζονται κατάλληλα για το αποφασιστικό και νικηφόρο χτύπημα. Πριν την εξέγερση της Μόσχας, ο Νικόλαος Β΄, καθιέρωσε την Δούμα. Ήταν κάτι σαν βουλή, με αντιπροσωπευτική διαδικασία. Όμως για να μην αποκτήσει ανατρεπτικό ρόλο δεν επέτρεψε να έχει νομοθετικές αρμοδιότητες. Επίσης όρισε τα μέλη της με δυσανάλογη πλειοψηφία των χωρικών που ήταν συντηρητικοί και πιστοί στον τσάρο. Τον Σεπτέμβριο υπέγραψε συνθήκη με τους Ιάπωνες για τον τερματισμό του πολέμου. Αποτέλεσμα της αυταρχικής πολιτικής του τσάρου και της ραγδαίας διόγκωσης των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων, ήταν ο πολλαπλασιασμός των σοβιέτ. Οι εργάτες της Αγίας Πετρούπολης ήταν πρωτοπόροι ενώ αργότερα ακολούθησαν κι άλλα σοβιέτ. Τα σοβιέτ, τα εργατικά συμβούλια που εξέλεγαν οι εργάτες για να διευθύνουν τις απεργιακές τους κινητοποιήσεις, δημιούργησαν επιτροπές. Οι επιτροπές αυτές δημοσιοποιούσαν τις αποφάσεις τους και τα αιτήματα τους τα οποία ήταν η 8ωρη εργασία και οι δημοκρατικές ελευθερίες. Τον Νοέμβριο του 1905, λίγο πριν ηττηθεί η επανάσταση, υπολογίζεται ότι πάνω από 1000 Εβραίοι εκτελέστηκαν στην Οδησσό. Οι κυβερνητικοί και οι στρατιωτικοί αξιωματούχοι τους θεωρούσαν υπαίτιους για τις απεργιακές κινητοποιήσεις.
Διαδηλωτές στο Γιακομπστάντ
Το τέλος της επανάστασης του 1905 στη Ρωσία, ήρθε και επίσημα με τη συντριβή της εξέγερσης στη Μόσχα, από πιστές στον Νικόλαο Β΄, στρατιωτικές μονάδες. «…Τα πιστά στον τσάρο Νικόλαο Β΄ στρατεύματα, βομβάρδισαν με κανόνια τους δρόμους της Μόσχας σκοτώνοντας πάνω από 1000 απεργούς. Στις 7 Δεκεμβρίου, πάνω από 150.000 εργάτες πήραν μέρος στην μεγάλη γενική απεργία. Στις 9 Δεκεμβρίου οι εργάτες έστησαν οδοφράγματα σε ολόκληρη τη Μόσχα, πίσω από τα οποία άρχισαν έναν αντάρτικο αγώνα κατά του στρατού. Τελικά όμως υπέκυψαν στις υπέρτερες στρατιωτικές δυνάμεις. Ο στρατηγός ΦεντόρΝτουμπάσοφ εγκατέστησε το στρατηγείο του στον περίβολο του μοναστηριού Στραστνόι, απ’ όπου με τα κανόνια και με τα πολυβόλα του συνέτριψε την εξέγερση, που προς στιγμή φάνηκε να απειλεί την τσαρική εξουσία…»
Έτσι έληξε η επανάσταση του 1905 από την οποία κερδισμένη βγήκε η αστική τάξη που ελεγχόταν στη Δούμα από τον τσάρο. Η μετριοπάθεια των πολιτικών που εκλέγονταν, άνοιγε τον δρόμο για την κυριαρχία της άρχουσας τάξης, διατηρούσε τον έλεγχο της πολιτικής ζωής από τον τσάρο και μεγάλωνε το χάσμα των μικρομεσαίων καλλιεργητών και εργατών με την εξουσία. Οι διώξεις και οι εξορίες που ακολούθησαν εξόντωσαν σε μεγάλο βαθμό πολλές προσωπικότητες της επανάστασης αλλά η πρόοδος είχε επιτευχθεί λόγω της οργάνωσης των εργατών σε σοβιέτ, κάτι που θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της μεγάλης επανάστασης του Οκτώβρη.
Η ήττα αυτή του επαναστατικού κινήματος οφείλεται σε συγκεκριμένους παράγοντες και δεν είναι δύσκολο να ερμηνευτούν. Το πιο σημαντικό κριτήριο της έκβασης της σύγκρουσης, ήταν ότι οι ανώτεροι αξιωματικοί του στρατού παρέμειναν πιστοί στον τσάρο. Έτσι μπόρεσαν να καταστείλουν τις ανταρσίες στις ένοπλες δυνάμεις και να επιβάλλουν τη σκληρή γραμμή της καταστολής. Σημαντικός παράγοντας επίσης, της ήττας της επανάστασης του 1905, ήταν η διάσπαση στις τάξεις των ίδιων των επαναστατών. «…Μετά την έκδοση του «Οκτωβριανού Μανιφέστου», μεγάλα τμήματα της αστικής τάξης φοβήθηκαν από τις απειλές των ριζοσπαστών και διακήρυξαν την πεποίθηση τους ότι η επανάσταση είχε προχωρήσει υπερβολικά. Αποσύροντας τελείως την υποστήριξη της απ’ αυτήν, έγιναν γνωστοί ως «Οκτωβριστές»…» .
17 Οκτωβρίου 1905, πίνακας του σπουδαίου Ρώσου ζωγράφου ιστορικών θεμάτων και μέγιστος προσωπογράφου Ιλιά Γεφίμοβιτς Ρέπιν
Αυτά τα συμπεράσματα, από τα γεγονότα του 1905, έγιναν οι κύριοι μοχλοί και καθοδηγήτριες αρχές της πολιτικής σκέψης του Λένιν το 1917 και οδήγησαν στη δικτατορία του προλεταριάτου, την οποία επρόκειτο να ασκήσει το σοβιετικό κράτος μέσω των συμβουλίων των εργατών, αγροτών και στρατιωτικών (Σοβιέτ) και του μπολσεβικικού κόμματος. Η εξέγερση στη Μόσχα στο τέλος Δεκεμβρίου, χωρίς την υποστήριξη του στρατού, χωρίς ταυτόχρονες εξεγέρσεις σε άλλες πόλεις και ικανοποιητική συμμετοχή σε άλλες περιοχές της χώρας, καταστάληκε γρήγορα. Έτσι απόρροια αυτών των γεγονότων ήταν η φιλελεύθερη αστική τάξη να έρθει στο προσκήνιο.
Βέβαια υπήρξαν και κάποια πολύ σημαντικά οφέλη στην επανάσταση του 1905. Η σκληρή καταστολή που επέβαλλε ο τσάρος και οι πράξεις εκδίκησης των τσαρικών εις βάρος των επαναστατών, έπεισε πολλούς ότι η αστική κυβέρνηση και ο τσάρος δεν ήταν μια καλοπροαίρετη δεσποτεία, όπως νόμιζαν μέχρι τότε οι περισσότεροι, αλλά μια τυραννία προς όφελος μιας πολύ μικρής ελίτ. Ο ρωσικός λαός έμαθε βασικά του λάθη και διδάχτηκε πάνω στο ποιες πηγές κοινωνικής δύναμης έπρεπε να ακολουθήσει για την μελλοντική του νίκη. Ακόμα μπορεί ο τσάρος να πήρε πίσω αρκετές από τις παραχωρήσεις που είχε κάνει αλλά η βουλή δεν καταργήθηκε. Χρησίμευε ως μέσο με το οποίο οι διασπασμένοι αντίπαλοι της αστικής τάξης είχαν την δυνατότητα να εκφράζουν τα αιτήματα τους.
Αυτή τη κατάσταση ο τσάρος μπορούσε να τη διαχειριστεί μόνο με το να περάσει κάποια ημίμετρα ώστε να εξομαλύνει τις ριζοσπαστικές και επαναστατικές κοινωνικές ομάδες. Πρωθυπουργός διορίστηκε ο Πέτρος Στολίπιν την περίοδο 1906-1911, ο οποίος προώθησε αγροτικές μεταρρυθμίσεις για να ηρεμήσει τους εξεγερμένους αγρότες. «…Οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις περιλάμβαναν 1) την πώληση 20 εκατομμυρίων στρεμμάτων βασιλικών κτημάτων στους αγρότες, 2) την παραχώρηση στους αγρότες του δικαιώματος να αποχωρούν από τα κοινοτικά κτήματα και να εργάζονται ως ανεξάρτητοι γεωργοί, 3) την παραγραφή των υπόλοιπων δόσεων που χρωστούσαν οι αγρότες για τα κτήματά τους. Για τις εργαζόμενες τάξεις εκδόθηκαν διατάγματα που επέτρεπαν τον σχηματισμό εργατικών συνδικάτων, προέβλεπαν την ελάττωση της εργάσιμης μέρας (σε όχι περισσότερο από δέκα ώρες στις περισσότερες περιπτώσεις) και την καθιέρωση ασφάλισης κατά ασθενειών και ατυχημάτων…»
Τα μέτρα αυτά όμως δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν και ο τσάρος το ήξερε καλά. Πολλοί λίγοι ήταν εκείνοι οι αγρότες που είχαν την δυνατότητα να αγοράσουν τις γαίες που τους προσφέρονταν. Οι βιομηχανικοί εργάτες είχαν να αντιμετωπίσουν το πολύ υψηλό κόστος ζωής ενώ τα ημερομίσθια τους ήταν μηδαμινά.
Στα χρόνια που ακολούθησαν της επανάστασης του 1905, οξύνθηκε η πολεμική του Λένιν και της μπολσεβίκικής ομάδας εναντίον των μενσεβίκων, οι οποίοι ταυτίζονταν όλο και περισσότερο με την κίνηση «αναθεωρήσεως» του επαναστατικού μαρξισμού, που είχε εγκαινιάσει στη δυτική Ευρώπη ο Μπερνστάιν. Τον Δεκέμβριο του 1907 ο Λένιν αναχώρησε από τη Ρωσία, για να επιστρέψει το 1917. Το 1907 άρχιζε η εποχή της αντεπανάστασης, των διώξεων, της εξορίας, των εκτελέσεων και της αποδημίας που έφταναν τους 5075 μπολσεβίκους ως το 1908 και συνολικά μέχρι το 1913 εκτελέστηκαν 5924 μπολσεβίκοι και αντιφρονούντες.
Ο Λένιν στα χρόνια της πάλης του ενάντια στον ρεβιζιονισμό, έδωσε στην οργανωτική δράση του και κυρίως στην ιδεολογική και φιλοσοφική παραγωγή του, τον χαρακτήρα της ορθοδοξίας, δηλαδή της αυστηρής προσήλωσης στη σκέψη και στο έργο του Μαρξ και του Ένγκελς. Χαρακτηριστικό από την άποψη αυτή είναι το φιλοσοφικό του έργο «Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός» (1909), που γράφτηκε για να καταπολεμήσει μερικές ερμηνείες της φιλοσοφικής σκέψης του Μαρξ προσανατολισμένες προς αντιυλιστικές κατευθύνσεις κυρίως όμως γα να επιτεθεί και στις θέσεις του Μπογκντάνοφ κατηγορώντας τον για φιλοσοφικό ιδεαλισμό. Τον Ιούνιο του 1909, ο Μπογκντάνοφ ηττήθηκε σε ένα μικρό συνέδριο των Μπολσεβίκων στο Παρίσι, που οργανώθηκε από την συντακτική ομάδα του περιοδικού των Μπολσεβίκων Προλετάριος και αποβλήθηκε από την φράξια των Μπολσεβίκων. Βασικό σύνθημα που προπαγάνδιζε ο Λένιν και που διέδιδε παντού ήταν να μετατραπεί ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος σε ταξικό εμφύλιο.
Ο Λένιν μετακόμισε στη Φινλανδία για λόγους ασφάλειας. Συνέχισε να ταξιδεύει στην Ευρώπη και συμμετείχε σε πολλά σοσιαλιστικά συνέδρια και δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της Διάσκεψης του Τσίμμερβαλντ το 1915. Όταν η Ινέσσα Αρμάντ εγκατέλειψε τη Ρωσία και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, συνάντησε τον Λένιν και άλλους εξόριστους μπολσεβίκους και εξελίχθηκε σε άμεση συνεργάτιδά του. Σε αυτά τα χρόνια και συγκεκριμένα την άνοιξη του 1916, ο Λένιν έγραψε ένα από τα σημαντικότερα έργα του, το «Ο ιμπεριαλισμός τελευταία φάση του καπιταλισμού». Με αυτό το έργο του πέτυχε να εξηγήσει και να ερμηνεύσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις λειτουργίες του καπιταλιστικού συστήματος. Το συμπέρασμα που προέκυψε καταλήγει στο ότι ο ιμπεριαλισμός που είναι η τελευταία φάση του καπιταλισμού ορίζεται από πέντε βασικά οικονομικά κριτήρια. Αυτά είναι η διαμόρφωση των μονοπωλίων, η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου, η εξαγωγή κεφαλαίων, ο σχηματισμός των διεθνών καρτέλ και το μοίρασμα του κόσμου μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κρατών.
H μεγάλη έκρηξη της επανάστασης του Φεβρουαρίου του 1917 στη Ρωσία βρήκε τον Λένιν ακόμη εξόριστο στην Ελβετία. Έπειτα από πολλές περιπέτειες γύρισε στην Πετρούπολη όπου διατύπωσε τις περίφημες «θέσεις του Απριλίου» με τις οποίες χάραζε το πρόγραμμα για την ανατροπή της φιλελεύθερης δημοκρατικής κυβερνήσεως που είχε ανέβει στην εξουσία τον Φεβρουάριο του 1917 και για το πέρασμα της επαναστάσεως στην σοσιαλιστική φάση της. Αυτούς τους μήνες έγραψε και το περίφημο έργο του «Κράτος και επανάσταση», απόσπασμα του οποίου θα παρατεθεί και θα σχολιαστεί σε επόμενο άρθρο. Το έργο του αυτό το διέκοψε για να προετοιμάσει και να κατευθύνει την θρυλική εξέγερση του Οκτώβρη, η οποία κατέληξε στον σχηματισμό της πρώτης σοβιετικής κυβερνήσεως με επικεφαλής τον ίδιο.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
https://www.marxists.org/archive/trotsky/1907/1905/index.htm
https://archive.org/details/russiareform00pareiala/page/n5
http://cnparm.home.texas.net/Nat/Rus/Rus00.htm
https://www.rizospastis.gr/story.do?id=6623774
Βιβλιογραφία
Λένιν, «Άπαντα» τ. 3ος
Ε.Μ. BURNS, «Ευρωπαϊκή Ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: Νεότεροι χρόνοι», εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2006
ΑNTONELLA SALOMONI, «Ο Λένιν και η Ρωσική Επανάσταση», εκδόσεις Κέδρος, Α.Ε, 2006, σ.32
Χρονικό του 20ου αιώνα, εκδόσεις Δομική
Μπολσεβικισμός: Ο δρόμος για την Επανάσταση, Wellred Publications, 1999
Voline (2004). Unknown Revolution, Κεφάλαιο 2: The Birth of the «Soviets»
- 83
- 1786