Τζουζέπε Γκαριμπάλντι: Ο ήρωας των δύο κόσμων

Ήταν 2 Ιουνίου 1882, όταν έφυγε από τη ζωή, μία από τις σημαντικότερες στρατιωτικές και πολιτικές φυσιογνωμίες του 19ου αιώνα, ο Ιταλός, γιος ψαρά, γεννημένος στη Νίκαια,  Τζουζέπε Γκαριμπάλντι. Έλαβε μέρος σε πληθώρα μαχών και εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα της περιόδου, διάσημος για τη στρατηγική του ευφυία με ιδιαίτερη έμφαση σε διάφορες μορφές ανταρτοπόλεμου. Πολέμησε στη Λατινική Αμερική, πέτυχε την πολιτική και διοικητική ένωση της Ιταλίας, ενώ υποστήριξε την ισότητα, τη κατάργηση της δουλείας και τα δικαιώματα των γυναικών. Ιδιαίτερα αντιφατική και έντονη προσωπικότητα, άφησε το στίγμα του στην ιστορική φάση της ανάδειξης των εθνών κρατών και της κατάρρευσης των αυτοκρατοριών την περίοδο  της πρώτης και δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης.

Γεννήθηκε στη Νίκαια της Γαλλίας, από οικογένεια ναυτικών. Ο πατέρας του έμπειρος και πολυταξιδεμένος ψαράς, μύησε το νεαρό Γκαριμπάλντι στη ναυτική ζωή και μαζί μπαρκάρισαν όταν ο Τζουζέπε ήταν 15 ετών. Ωστόσο ο ίδιος, αν και στα 25 του έγινε καπετάνιος αποκτώντας και το δικό του καράβι, από την εφηβεία του, είχε επηρεαστεί από τις ιδέες του Τζιουζέπε Μαντσίνι ηγέτη του κινήματος “La Giovine Italia” (Η νέα Ιταλία). Κεντρική ιδέα ήταν ο φιλελευθερισμός και η ενοποίηση της Ιταλίας, η οποία θα ενωνόταν μέσω μόνο της επαναστατικής ως δημοκρατία και όχι ως μοναρχία, εκδιώχνοντας παράλληλα τους Αυστριακούς από περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο τους και περιορίζοντας τις εξουσίες του Πάπα.

Ο Γκαριμπάλντι έλαβε μέρος στην εξέγερση της Γένοβα το 1834, η οποία κατέληξε σε αποτυχία, με τον ίδιο να διαφεύγει στη Νότια Αμερική, όπου παρέμεινε μέχρι το 1848. Ο Γκαριμπάλντι ταξίδεψε αρχικά στην Τυνησία ενώ αργότερα πήγε στη Βραζιλία, όπου συμμετείχε στον αγώνα για ανεξαρτησία της επαρχίας Ρίο Γκράντε ντο Σουλ. Εκεί, έλαβε μέρος σε πολλά εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, πολεμώντας συνολικά 13 χρόνια, με επιτυχίες κυρίως στην Ουρουγουάη ενώ τα κατορθώματα του έγιναν γνωστά και στην Ευρώπη, με τους Ιταλούς να του δίνουν το προσωνύμιο »Ήρωας των δύο κόσμων».

Το 1848, είναι η χρονιά της »άνοιξης των λαών», μία χρονιά όπου πλήθος κινημάτων ξέσπασε στην Ευρώπη, ενάντια σε μισητούς ηγεμόνες, με την αρχή να γίνεται στη Σικελία. με την εξέγερση του Παλέρμο. Πριν από το 1848 η Ιταλία ήταν μία έκταση κρατιδίων, με τα σημαντικότερα από όσα ήταν ανεξάρτητα, να είναι το βασίλειο της Σαρδηνίας στα βόρεια, τα παπικά κράτη στη κεντρική Ιταλία και το βασίλειο των Δύο Σικελιών στη νότια Ιταλία. Οι πρώην Δημοκρατίες της Λομβαρδίας και της Βενετίας, κατέχονταν από τους Αυστριακούς, ενώ υποχείρια της αυτοκρατορίας κυβερνούσαν τη Τοσκάνη, την Πάρμα και τη Μοδένα. Ο Κάρολος Αλβέρτος της Σαρδηνίας, ξεκίνησε μέτρα πολιτικών ελευθεριών και κοινοβουλευτική μορφή διακυβέρνησης, ωστόσο η τάση του ρομαντισμού και του φιλελευθερισμού είχε απλωθεί στον πληθυσμό, με κύριο αίτημα την ενοποίηση της Ιταλίας, σε ένα ενιαίο εθνικό κράτος με πολιτικές ελευθερίες και περιορισμό της ισχύος του Πάπα.

Οι διαφωνίες για τη νέα μορφή διακυβέρνησης της Ιταλίας ποικίλαν. Οι Καθολικοί πατριώτες πίστευαν στην ομοσπονδιοποίηση του ιταλικού κράτους υπό την προεδρία του Πάπα. Από την άλλη μεριά, η πλειοψηφία μετριοπαθών εθνικιστών, υποστήριζε μία συνταγματική μοναρχία, με βάση το βασίλειο της Σαρδηνίας, θέσεις που εκφράστηκαν από τον αριστοκράτη Καμίλο Καβούρ από τη Σαρδηνία, όπου το 1850 διορίστηκε υπουργός Εμπορίου και Γεωργίας και το 1852 πρωθυπουργός.

Ο ίδιος ο Μαρξ είχε υποστηρίξει πως η εξέγερση στο Παλέρμο επηρέασε την μάζα του λαού ενώ στη Βόρεια Ιταλία σημαντικός παράγοντας των εξελίξεων,  ήταν η επανάσταση στην Αυστρία και η πτώση του ηγεμόνα της, πρίγκιπα Μέτερνιχ ενώ ο αυστριακός στρατός που είχε υπό την κατοχή του τη βόρεια Ιταλία, παρουσίασε φαινόμενα λιποταξιών. Τέσσερις μέρες μετά την πτώση του Μέτερνιχ, ξέσπασε εξέγερση στο Μιλάνο. Οι φτωχοί και οι χωρικοί υποστήριξαν το κίνημα, καθώς είχαν υποφέρει από την επιστράτευσή τους στον αυστριακό στρατό και από τη βαριά φορολόγηση προς την αυστριακή αυτοκρατορία, ενώ την ίδια στιγμή, άρχισε να οξύνεται η ταξική σύγκρουση, καθώς την επιστράτευση οι γαιοκτήμονες μπορούσαν να την αποφύγουν αν πλήρωναν.

Απόρροια αυτής της κατάστασης ήταν η ανακήρυξη της Δημοκρατίας της Ρώμης, όμως καθώς η επανάσταση του Ιουνίου 1848 στη Γαλλία είχε ηττηθεί και η παραδοσιακή αστική κυριαρχία είχε αποκατασταθεί, αυτό σήμαινε και αποκατάσταση της εξουσίας του Πάπα στη Ρώμη. Η ριζοσπαστικοποίηση είχε προχωρήσει στη Βενετία και τη Φλωρεντία, με τον Γκαριμπάλντι, οποίος είχε επιστρέψει από τη Νότια Αμερική, να στρέφεται με τον Μαντσίνι στην πολιτική διαχωρισμού του αιτήματος εθνικής ανεξαρτησίας με πολιτικές μεταρρυθμίσεις υπερ της ισότητας, στηρίζοντας τους εθνικιστές στο Βορρά. Την ίδια περίοδο, ο Καβούρ, προκειμένου να κερδίσει την εύνοια της Βρετανίας και της Γαλλίας, οδήγησε την Ιταλία στη συμμετοχή στο Κριμαϊκό Πόλεμο ενάντια στη Ρωσία, δίχως να υπάρχει κάποια διαφορά με τη Ρωσία. Το 1858, υπήρξε συμφωνία με τον Ναπολέων Γ΄ με στόχο την εκδίωξη των Αυστριακών με αντάλλαγμα την παραχώρηση της Σαβοΐας και της Νίκαιας από τη Σαρδηνία στη Γαλλία. Ύστερα όμως από τη κατάκτηση της Λομβαρδίας, ο Ναπολέων Γ΄ αποσύρθηκε για να αποφύγει σύγκρουση με τους Καθολικούς, λόγω της αντικληρικής κυβερνητικής πολιτικής του Καβούρ. Η Σαρδηνία μόνη πλέον, πέτυχε την προσάρτηση της Τοσκάνης, της Πάρμας, της Μοδένα και άλλες περιοχές στο Βορρά και έγινε το ισχυρότερο κράτος της Ιταλίας.

Ο Καβούρ, χρειαζόταν τον Γκαριμπάλντι λόγω της δημοφιλίας του και των στρατιωτικών ικανοτήτων του.  Ο Γκαριμπάλντι πέτυχε πολλές νίκες ενάντια στους Αυστριακούς στο Βορρά και τον Απρίλιο του 1860, κατευθύνθηκε στη Σικελία, όπου υποστηρίχθηκε από τους εξεγερμένους χωρικούς που ήδη είχαν ξεσηκωθεί κατά των ισχυρών γαιοκτημόνων. Όμως ο ίδιος, αν και στην αρχή πραγματοποιήθηκε αναδιανομή της γης σε χωρικούς, κατέστειλε με πολύ σκληρό τρόπο χωρικούς που κατέλαβαν με τη βία γαιοκτημόνων. Είναι γεγονός, πως μέσα σε 3 μήνες, ο Γκαριμπάλντι πέτυχε να καταλάβει το βασίλειο του Φραγκίσκου Β΄. Ο Γκαριμπάλντι, αν και ήταν υπέρμαχος μίας ανεξάρτητης αβασίλευτης δημοκρατίας, πείσθηκε από τον Μαντσίνι να παραδώσει το βασίλειο της Σικελίας στο βασιλιά της Σαρδηνίας Βίκτωρ Εμμανουήλ Β΄, όπου ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ιταλίας στις 17 Μαρτίου 1861. Η Βενετία το 1866, μετά την ήττα των Αυστριακών από τους Πρώσους, προσαρτήθηκε από την Ιταλία και το τελικό στάδιο για την ολοκλήρωση της ενοποίησης ήταν η κατάληψη της Ρώμης. Το Σεπτέμβριο του 1870 η Ρώμη καταλήφθηκε και τον Ιούλιο του 1871 έγινε η πρωτεύουσα του ενωμένου πια βασιλείου της Ιταλίας. Ωστόσο, η σύγκρουση ανάμεσα στην Παπική Εκκλησία και το κίνημα ενοποίησης της Ιταλίας συνεχίστηκε αρκετά χρόνια ακόμα, μία σύγκρουση που έλαβε τέλος το 1929.

Έτσι η χερσόνησος ενοποιήθηκε, ο ίδιος ο Γκαριμπάλντι δεν ζήτησε κάποια οικονομική επιβράβευση και αποσύρθηκε σε μικρό νησί στο βορρά. Η φήμη του είχε λάβει τέτοιες διαστάσεις, όπου ο ίδιος ο Αβραάμ Λίνκολν ζήτησε τη βοήθεια του Γκαριμπάλντι να συνδράμει τις δυνάμεις των Βορείων κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου στην Αμερική, με τον Γκαριμπάλντι να αρνείται λόγω της μη ξεκάθαρης θέσης των Βορείων γύρω από το ζήτημα της κατάργησης της δουλείας. Ωστόσο, όσο ο Γκαριμπάλντι γερνούσε, έβλεπε πως η τακτική για »επανάσταση από τα πάνω» και ο διαχωρισμός του αιτήματος ενοποίησης και εθνικής ανεξαρτησίας από πολιτικές μεταρρυθμίσεις για την ισότητα, ήταν κάτι που προκαλούσε διαχωρισμούς στην Ιταλία, δεν έλυνε τα προβλήματα των λαικών στρωμάτων που καταπιέζονταν από την νέα αστική κυριαρχία.

Ο γέρος Γκαριμπάλντι, είδε στο Νότο, τους Ιταλούς να ξεσηκώνονται και να καταστέλλονται με το χειρότερο τρόπο από τη νέα κυβέρνηση και το βασιλιά, να επιβαρύνονται με νέους φόρους που έμπαιναν σε καταναλωτικά αγαθά όπως το αλάτι και ο καπνός για να χρηματοδοτηθεί ο Κριμαϊκός Πόλεμος, ενώ παράλληλα οι Ιταλοί στο Νότο αντιστεκόταν και στη στρατολόγηση. Ο ίδιος στο τέλος της ζωής του, υπήρξε υπέρμαχος της ισότητας, των δικαιωμάτων των γυναικών και της κατάργησης της δουλείας. Πέθανε φτωχός, μακριά από την ενεργό πολιτική σκηνή, στις 2  Ιουνίου 1882. Ο ίδιος υπήρξε μία αντιφατική προσωπικότητα, με πολύπλευρη δράση σε πολλά πεδία και αποτελεί μία από τις επιδραστικότερες στρατιωτικές και πολιτικές φυσιογνωμίες του 19ου αιώνα.

Βιβλιογραφία

E.M Burns, Ευρωπαική Ιστορία:Ο Δυτικός πολιτισμός:Νεότεροι Χρόνοι, εκδ. Επίκεντρο, Δ’ εκδοση, Θεσσαλονίκη 2006

Serge Berstein-Pierre Milza, Ιστορία της Ευρώπης: Η ευρωπαική συμφωνία και η Ευρώπη των εθνών 1815-1919, εκδ. Αλεξάνδρεια, Παρίσι 1992

YOU MIGHT ALSO LIKE