95 χρόνια από την ίδρυση της »προσφυγομάνας» Νέας Ιωνίας. Οι προσφυγικές κατοικίες- Του Αποστόλη Σερέτη

Το καλοκαίρι του 1922, γράφτηκε με τα πιο μελανά γράμματα μία από τις τραγικότερες σελίδες στην ιστορία των Ελλήνων και του ελληνικού πολιτισμού. Ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας είχε ιστορία περίπου τριών χιλιάδων χρόνων. Οι Έλληνες στο πέρασμα των αιώνων είχαν ασκήσει μεγάλη επιρροή στα πολιτιστικά δρώμενα αλλά και στην οικονομική ανάπτυξη των παραλίων και της ευρύτερης περιοχής. Η παρουσία αυτή έληξε με τον πιο ανάλγητο και οδυνηρό τρόπο οδηγώντας τους χριστιανικούς πληθυσμούς σε έναν αιματηρό ξεριζωμό. Ο ξεριζωμός αυτός προκλήθηκε από την πτώση του μικρασιατικού μετώπου, την ανοργάνωτη υποχώρηση του ελληνικών δυνάμεων σε συνδυασμό με την στρατιωτική επέλαση του κεμαλικού στρατού καθώς και την γενικευμένη πλέον εκδίωξη μεγάλου μέρους του ελληνικού και χριστιανικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας.

Με τη μεγάλη αυτή συμφορά ξεριζώθηκε όλος ο ελληνικός πληθυσμός των δυτικών παραλίων της Μικράς Ασίας. Συνολικά έχει υπολογιστεί πως τους τελευταίους μήνες του 1922 μόνο, έφθασαν στην Ελλάδα 900.000 χιλιάδες πρόσφυγες ανάμεσά τους και 50.000 Αρμένιοι. Αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι πως το πρώτο διάστημα του ερχομού των προσφύγων στην Ελλάδα, κυριαρχούσε ακόμα η ελπίδα της επιστροφής. Τέλος σε αυτή την ελπίδα έβαλε η υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης και περίπου 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες συνολικά ήρθαν υπό άθλιες συνθήκες στην Ελλάδα με την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε. Αξίζει να αναφερθεί ότι 200.000 Έλληνες παρέμεναν στην Καππαδοκία και γενικότερα στην Κεντρική και Νότια Μικρά Ασία. Αυτοί μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα το 1924 και το 1925 με τη φροντίδα της Μικτής Επιτροπής. Ένα τμήμα των Ελλήνων του Πόντου κατέφυγε στη Ρωσία. Το αποδυναμωμένο από τους πολέμους,τις πολιτικές αναταραχές και τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα ελληνικό κράτος έπρεπε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να προβεί στην περίθαλψη αυτού του τεράστιου πληθυσμού αλλά και στη στέγαση του.

Το φθινόπωρο του 1922 σχεδόν σε όλους τους δημόσιους χώρους του Πειραιά και της Αθήνας υπήρχαν πρόχειρα καταλύματα από πρόσφυγες που είχαν «βουλιάξει» την Αττική. Εξαιτίας του πολύ μεγάλου αριθμού προσφύγων που έφτασαν κατατρεγμένοι στην Αττική, επιστρατεύθηκαν αποθήκες,θέατρα,ξενοδοχεία,κεντρικές πλατείες και δημόσιες υπηρεσίες για να καλύψουν προσωρινά την στέγαση τους. Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1922 περίπου 70.000 πρόσφυγες διέμεναν σε 130 πρόχειρους καταυλισμούς διάσπαρτους σε ολόκληρη την πόλη. Ο δήμος Αθηναίων τότε επιδόθηκε σε έναν άνισο αγώνα με το χρόνο ώστε να μπορέσει να προετοιμάσει και να διαμορφώσει κατάλληλα τους χώρους στους οποίους θα μπορούσαν να διαμείνουν προσωρινά οι πρόσφυγες.

Πρώτος στόχος του ελληνικού κράτους ήταν η ταχύτατη διεκπεραίωση του θέματος της προσωρινής στέγασης των προσφύγων. Το έργο αυτό το επωμίστηκε το υπουργείο Περιθάλψεως. Το Νοέμβριο του 1922 ιδρύθηκε το «Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων», το οποίο μερίμνησε για την κατασκευή ξύλινων παραπηγμάτων στην αρχή. Η δύσκολη κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει το ελληνικό κράτος οδήγησε την επαναστατική κυβέρνηση Πλαστήρα να ζητήσει την βοήθεια της Κοινωνίας Των Εθνών. Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1923 ιδρύθηκε με την αρωγή της Κοινωνίας των Εθνών, η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, η οποία έδρευε στην Αθήνα. Βασική της αποστολή ήταν η οριστική στέγαση των προσφύγων και μετέπειτα η παραγωγική απασχόλησή τους. Αξίζει σε αυτό το σημείο να παραθέσουμε ένα πολύ σημαντικό στοιχείο που μας δίνει ο ιστορικός Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος στο βιβλίο του «Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985», η ΕΑΠ δαπάνησε συνολικά για το κτίσιμο των νέων οικισμών 1.033.265,186 λίρες στερλίνες και 641.733,895 ως προκαταβολές σε είδη και ρευστό χρήμα.

Οι πρώτες απογραφές των προσφύγων που κατέφυγαν στην Ελλάδα πιθανότατα δεν αποδίδουν την πραγματικότητα. Ο αριθμός πρέπει να ήταν πολύ μεγαλύτερος, αν υπολογίσουμε την εξαιρετικά υψηλή θνησιμότητα των πρώτων χρόνων λόγω των άθλιων συνθηκών διαβίωσης και των επιδημιών, τον μειωμένο αριθμό των γεννήσεων και τη μετανάστευση πολλών προσφύγων σε άλλες χώρες. Στην απογραφή του 1928 καταγράφηκαν 1.220.000 πρόσφυγες.  Oι κύριες αιτίες θανάτου  την εποχή αυτή ήταν η γρίπη, η φυματίωση στα μεγάλα αστικά κέντρα, ο τύφος και η ελονοσία στην επαρχία. Σύμφωνα με στοιχεία της Κοινωνίας των Εθνών, ένας σημαντικός αριθμός προσφύγων πέθαναν μέσα σ’ ένα χρόνο από την άφιξη τους στην Ελλάδα.

Μέσα στους πρόσφυγες που κατέφθασαν στην Αττική, ήταν και περίπου 600 οικογένειες Σπαρταλήδων, οι οποίοι κάτω από την καθοδήγηση και την ηγεσία του ιερέα  Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου, όταν κατόρθωσαν έπειτα από ένα μεγάλο και ριψοκίνδυνο ταξίδι και κάτω από τη λαμπρή καθοδήγηση του, να φτάσουν στην Αττάλεια απ΄ όπου ξεκίνησαν για την Αθήνα.

Σύμφωνα με τις «Αναμνήσεις» του Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου οι πρόσφυγες από την Σπάρτη της Πισιδίας αφού έφτασαν στην Αττική, κατευθύνθηκαν στην περιοχή Ποδαράδες έπειτα από προτροπή της ΕΑΠ για την εγκατάστασή τους, όπου μετά από συνέλευση θα αποφάσιζε ο σύλλογος τους για το αν το μέρος θα ήταν κατάλληλο για να αρχίσουν να χτίζουν εκεί τον οικισμό τους.

Η Νέα Ιωνία μπορεί να θεωρηθεί ότι ιδρύθηκε το Σάββατο 30 Ιουνίου 1923, όταν ο Νικόλαος Πλαστήρας εγκαινίασε στην τότε περιοχή «Ποδαράδες» τον συνοικισμό για τους πρόσφυγες από την Σπάρτη της Πισιδίας. Ο συνοικισμός αρχικά ονομάστηκε Νέα Πισιδία.  Ο λόγος για τον οποίο δεν επικράτησε η ονομασία αυτή, είναι πως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ειδικότερα κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πληθυσμών, κατέφθασαν στην περιοχή πρόσφυγες από την Σαφράπολη του Πόντου,την Αττάλεια,το Νεβ-Σεχίρ της Καππαδοκίας,τη Κασταμονή της Παφλαγονίας, την Αλάγια,την Ινέπολη και τη Νεάπολη, τη Σμύρνη και τα περίχωρα της, το Αϊβαλί και άλλες πολιτείες της ευρύτερης περιοχής της Ιωνίας. Έτσι άρχισε να δημιουργείται ένας ανταγωνισμός μεταξύ των προσφύγων για το όνομα της πόλης τους. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, οι πρόσφυγες κάθε περιοχής ονομάτιζαν μόνοι τους την περιοχή τους. Τελικά η επέμβαση του ίδιου του Πλαστήρα έδωσε τη λύση που αποφάσισε η νέα πόλη να πάρει το όνομα της περιοχής της Μικράς Ασίας από όπου κατάγονταν σχεδόν όλοι. Έτσι, στις 9 Δεκεμβρίου 1923 η πόλη πήρε το όνομα που ξέρουμε όλοι. Επομένως, για να ικανοποιηθεί το αίτημα της πλειοψηφίας των προσφύγων και να υπάρχει μια γενική ικανοποίηση, η περιοχή ονομάστηκε «Νέα Ιωνία».

Έτσι λοιπόν σε μια έρημη και υπερβολικά αραιοκατοικημένη περιοχή γεννήθηκε η Νέα Ιωνία. Το πρώτο διάστημα η στέγαση των προσφύγων είχε καλυφθεί, με τη βοήθεια του Ταμείου Περιθάλψεως Προσφύγων, με τη δημιουργία ξύλινων παραπηγμάτων και σκηνών. Ο χειμώνας όμως έκανε δύσκολη τη ζωή στις παράγκες και τις σκηνές.Σκηνές που οι ίδιοι οι πρόσφυγες έφτιαξαν πρόχειρα με σεντόνια και κουρελούδες. Η ζωή ήταν άθλια μέσα στα έλη και οι ασθένειες θέριζαν τους ταλαιπωρημένους πρόσφυγες οι οποίοι ξεκίνησαν στην αρχή να χτίζουν μόνοι τους τον συνοικισμό τους , κόβοντας πλίνθους και κουβαλώντας νερό με κάρα.

Με την ίδρυση της ΕΑΠ το τοπίο έδειχνε να αλλάζει, καθώς η ΕΑΠ ασχολήθηκε ολοκληρωτικά και με μεγάλη ταχύτητα με την ανέγερση κατοικιών, πέρα από το γεγονός πως διέθετε κεφάλαιο. Παράλληλα η Εθνική Τράπεζα διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση των έργων   διαμέσου των δανείων που διαχειριζόταν. Επίσης πολύ σημαντικό ήταν το γεγονός πως η Εθνική Τράπεζα, προχώρησε στη ρευστοποίηση των περιουσιών των περίπου 500.000 μουσουλμάνων που είχαν φύγει για την Τουρκία με την ανταλλαγή πληθυσμών την περίοδο 1923-1925. Αυτό ουσιαστικά έδινε στη κυβέρνηση Πλαστήρα την δυνατότητα να εισπράξει χρήματα μέσω αυτής της ρευστοποίησης τα οποία θα καταβάλλονταν στους πρόσφυγες με την μορφή αποζημιώσεων για τις χαμένες τους περιουσίες στη Μικρά Ασία. Οι πρόσφυγες άρχισαν να λαμβάνουν κάποια ποσά, ισχνά σε αρκετές περιπτώσεις, ώστε να προχωρήσουν στην ανέγερση κατοικιών πέρα κι από τη βοήθεια συνεργείων της ΕΑΠ. Ωστόσο η Νέα Ιωνία και οι πρώτες κατοικίες που κτίστηκαν  αποτελούν μια ιδιάζουσα περίπτωση στο τομέα εύρεσης και ανέγερσης κατοικιών. Πέρα από το γεγονός πως στη Νέα Ιωνία οι απαλλοτριώσεις της ΕΑΠ και η αγορά ιδιοκτησιών ξεκίνησαν πολύ αργότερα από το 1923, πρέπει να επισημανθεί το γεγονός πως ο κεντρικός πολεοδομικός πυρήνας της Νέας Ιωνίας δημιουργήθηκε με την αγορά στρεμμάτων, στην οποία προχώρησε το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων, που ανήκαν στο Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου. Όπως επισημαίνει και η κα. Όλγα Βογιατζόγλου στο βιβλίο της «Ο ξεριζωμός και η άλλη πατρίδα. Οι προσφυγουπόλεις στην Ελλάδα»,  τον Αύγουστο του 1923, το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων αγόρασε από το Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου μια έκταση 1.230 στρεμμάτων που αποτέλεσαν το αρχικό κέντρο σχεδιασμού της Νέας Ιωνίας.

Έτσι σιγά σιγά άρχισε να αναπτύσσεται ο συνοικισμός της Νέας Ιωνίας και οι πρώτες προσφυγικές κατοικίες έκαναν την εμφάνιση τους αρχικά στην Ελευθερούπολη, έπειτα στη Νεάπολη, την Ινέπολη, τη Σαφράμπολη και αργότερα στον Περισσό, τη Καλογρέζα και την Αλσούπολη. Είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί το γεγονός πως οι προσφυγικές συνοικίες πολεοδομικά ήταν ιδιαίτερα υποβαθμισμένες. Αλλά και από άποψη υποδομών φαίνεται ακόμα και σήμερα η υποβάθμιση αυτών των κατοικιών στην Ελευθερούπολη ιδιαίτερα, όπου διασώζονται πολλές προσφυγικές κατοικίες, ενώ οι δρόμοι και τα σοκάκια γυρίζουν τον επισκέπτη έναν αιώνα περίπου πίσω.

Αντίθετα με τον ερχομό των προσφύγων, δημιουργήθηκε ένας ταξικός διαχωρισμός μεταξύ γηγενών και προσφύγων. Παράλληλα οι κυρίαρχες τάξεις, νιώθοντας την »απειλή» των μαζικών ροών καθώς και την προηγμένη τεχνογνωσία των Μικρασιατών σε ποικίλα θέματα, δημιούργησαν μεγάλες κοινωνικές προστριβές.  Αυτό οδήγησε την άρχουσα ελληνική τάξη και τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, να εγκατασταθούν σε δικές τους συνοικίες όπως το Ψυχικό, την Κηφισιά, τη Φιλοθέη,το κέντρο του Πειραιά και το Κολωνάκι. Επιπροσθέτως το γεγονός πως συγκεντρώθηκαν σε συνοικίες πρόσφυγες, οι οποίοι με ελάχιστα μέσα και μεγάλες ελλείψεις έχτιζαν τη νέα τους ζωή δουλεύοντας  σε άθλιες συνθήκες εργασίας και βιώνοντας καθημερινά απώλειες δημιούργησε έντονες ταξικές διαφορές. Έτσι η πολιτική αποκατάστασης των προσφύγων, ήταν λογικό να δημιουργήσει ομειογενείς εργατικές και λαϊκές περιοχές με την πιο χαρακτηριστική περιοχή αυτή της Νέας Ιωνίας, όπου αποτελούσε μέχρι και τη δεκαετία του 1960 βιομηχανική ζώνη, με εκατοντάδες ταπητουργία, βιοτεχνίες και εργοστάσια. Από τα 40 οικόπεδα που διέθεσε η ΕΑΠ για την ανέγερση εργοστασίων στους πρόσφυγες τα 25 δόθηκαν στην Νέα Ιωνία. Ήταν λογικό λοιπόν οι κατοικίες και οι συνοικίες της Νέας Ιωνίας, να έχουν έντονο το λαϊκό και εργατικό στοιχείο καθώς και την προχειρότητα πολλών κατοικιών που χτίστηκαν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα για να καλύψουν τη στέγαση χιλιάδων προσφύγων που ερχόντουσταν για να πιάσουν δουλειά στα νέα εργοστάσια.

Χαρακτηριστικό γνώρισμα των προσφυγικών της Νέας Ιωνίας είναι πως οι κατοικίες συνενώνονται με τις βιομηχανικές ζώνες, σαν προέκτασή τους, που άρχισαν να δημιουργούνται στην ευρύτερη περιοχή.  Η Νέα Ιωνία ουσιαστικά χωρίστηκε σε δύο ζώνες. Η πρώτη ζώνη αποτελούνταν από τα »προσφυγικά» και τις συνοικίες. Η δεύτερη ζώνη αποτελούνταν αρχικά από τα εργοστάσια και τα λατομεία στην περιοχή της Ελευθερούπολης. Τα χαρακτηριστικά μικρά τετράγωνα σπίτια είναι χτισμένα κολλητά το ένα στο άλλο Οι κατηγορίες στις οποίες χωρίζονται τα »προσφυγικά» είναι κατά κύριο λόγο τρεις: Σε μεγάλο βαθμό κυριαρχούν οι μικρές μονοκατοικίες, οι οποίες αποτελούν και την πλειοψηφία κατοικιών που διατηρούνται μέχρι σήμερα,κυρίως στην περιοχή της Ελευθερούπολης. Η δεύτερη κατηγορία αποτελείται από τις διπλοκατοικίες ενώ η τρίτη κατηγορία αποτελείται από τις τετρακατοικίες. Τα σπίτια ήταν μονοώροφα και διώροφα,ανάλογα με τον αριθμό προσφύγων που στέγαζαν και τις ανάγκες που είχαν.

Ο ασταμάτητος οικοδομικός οργασμός της εποχής εκείνης και η βιασύνη με την οποία έπρεπε να καλυφθεί η ανάγκη στέγασης τόσο μεγάλου αριθμού ανθρώπων, είναι εμφανής ακόμα και στις μέρες μας. Είναι πολύ εύκολο για έναν επισκέπτη να το καταλάβει αυτό αν αναλογιστεί πως υπάρχουν τόσα προσφυγικά κολλητά το ένα στο άλλο με στανά σοκάκια να χωρίζουν τα τετράγωνα, γέφυρες να αναπηδούν ξαφνικά και συντρίμια από εργοστάσια-φαντάσματα πλέον. Όλα αυτά συνθέτουν το ιστορικό μωσαϊκό της προσφυγούπολης των Σπαρταλήδων και των υπόλοιπων Ελλήνων της Ιωνίας και της Ανατολής,

Τα »τετράγωνα» σπίτια χτίστηκαν βιαστικά όπως προαναφέραμε. Το κάθε σπίτι είχε ένα δωμάτιο με ένα μικρό ελεύθερο χώρο, το οποίο ήταν κολλητό με το διπλανό του.Ουσιαστικά είχε πίσω του ένα κοινό τοίχο. Έτσι συνεχιζόταν αυτό με μια σειρά όμοιων σπιτιών. Με αυτό το τρόπο σχηματιζόταν ένα τετράγωνο που μπορεί να περιελάμβανε το καθένα 4-6 μικρά σπίτια-κουτιά. Τα τετράγωνα χωρίζονταν από μικρά χωμάτινα και μετέπειτα πλακόστρωτα σοκάκια τα οποία είχαν πλάτος από ενάμιση μέχρι δυο μέτρα. Αυτό έκανε ασφυκτική την κατάσταση εκείνη την εποχή και δεν υπήρχε ελεύθερος χώρος. Όπως φαίνεται και στην Εικ.1, τέτοια σοκάκια έχουν παραμείνει και στις μέρες μας, όπου με την αρχιτεκτονική εξέλιξη και την αντικατάσταση των παλιών προσφυγικών από νέα σπίτια όπως και με τις ανακαινίσεις που έγιναν σε αρκετά από αυτά, προσδίδουν ένα πιο γραφικό χαρακτήρα για τη Νέα Ιωνία.

Εικ.1:Προσφυγικό πλακόστρωτο σοκάκι, κάθετο στην οδό Μπουμπουλίνας

      Η πρώτη κατηγορία όπως προαναφέραμε ήταν οι μονώροφες μονοκατοικίες. Οι μονοκατοικίες προήλθαν κυρίως από την αγορά οικοπέδων που παραχώρησε η ΕΑΠ, όπου οι πρόσφυγες από μόνοι τους έχτισαν και  ήταν σπίτια χτισμένα από ωμές πλίνθους από 20 έως 32 τετραγωνικά μέτρα και στέγαζαν 3 έως 7 άτομα.Τα παντζούρια και η πόρτα των σπιτιών ήταν ξύλινες. Η στέγη ήταν φτιαγμένη από πισσόχαρτο ή από ξύλινες πήχες πάχους δύο δαχτύλων τις οποίες κάρφωναν και στερέωναν σε δοκούς. Έπειτα πάνω στις ξύλινες πήχες έριχναν χώμα ανακατεμένο με άχυρο. Αργότερα πάνω από αυτή τη κατασκευή μπήκαν τα κεραμίδια, τα οποία εισήγαγε η ΕΑΠ από την Ευρώπη.(βλ. Εικ.2).

Εικ.2: Προσφυγική μονοκατοικία επί της οδού Σπάρτης (7,55μ. μήκος-4μ. Πλάτος)

Μέσα σε αυτό το χώρο, υπήρχε ένας χώρος για το κουζινάκι το οποίο λειτουργούσε και ως πλυσταριό. Παράλληλα στον ίδιο χώρο βρισκόταν μια ντουλάπα και μια αποθήκη  όπως και το υπνοδωμάτιο με το σαλόνι.Μοναδικό διαχωριστικό που υπήρχε είναι στη καλύτερη περίπτωση μια εσωτερική ξύλινη πόρτα και στη χειρότερη μια κουρελού.

Όσον αφορά τον δεύτερο τύπο κατοικίας, αυτός ήταν η διπλοκατοικία. Τα σπίτια-κουτιά ήταν λιθόκτιστα με ωμές πλίνθους ενώ η στέγη ήταν από πισσόχαρτο. Η αρχιτεκτονική και οικοδομική δομή της διπλοκατοικίας ήταν τέτοια, ώστε να μπορεί να στεγάσει δύο οικογένειες. Το σπίτι ήταν ένα ορθογώνιο μονωόροφο κτίσμα, με μια ξύλινη πόρτα και ένα διάδρομο που το χώριζε σε δύο ξεχωριστά δωμάτια που αναλογούσαν σε μία οικογένεια το καθένα. Κάθε οικογένεια λοιπόν διέθετε ένα δωμάτιο 13,5 τετραγωνικά μέτρα το οποίο χρήσιμευε ως σαλόνι και υπνοδωμάτιο του ζευγαριού. Στον ίδιο χώρο βρισκόταν ένα κουζινάκι που σε αρκετά περιπτώσεις λειτουργούσε και σαν πλυσταριό καθώς επίσης είχε και μια αποθήκη ή μια ντουλάπα.Τα οικήματα αυτά είχαν επίσης μία κοινή αυλή.(βλ.Εικ.3).

Εικ.3:Διπλοκατοικία ανακαινισμένη σε σοκάκι κάθετα στην οδό Ραμνούντος πλησίον Δημαρχείου(πάνω), διπλοκατοκία  στο τέλος της οδού Ρόδου(Ελευθερούπολη)

    Ο τρίτος και τελευταίος τύπος »προσφυγικού» προέκυψε από την προσθήκη ενός πανομοιότυπου ορόφου ίδιων διαστάσεων. Αυτό συνέβη διότι με αυτό το τρόπο υπήρχε η δυνατότητα στέγασης τεσσάρων οικογενειών στο ίδιο σπίτι. Οι λεγόμενες τετρακατοικίες  αποτελούνταν από τέσσερα δωμάτια ίδιων διαστάσεων το καθένα και στέγαζε από μία οικογένεια. Τα οικήματα αυτά ήταν λιθόκτιστα ενώ έδιναν τη δυνατότητα εξοικονόμησης χώρου και στέγασης μεγαλύτερου αριθμού προσφύγων. Είχαν στέγη από κεραμίδια και τέσσερις διαφορετικές εισόδους για το κάθε δωμάτιο. Και τα τέσσερα δωμάτια είχαν μια κοινή αυλή ενώ συνήθως υπήρχε μια εξωτερική τουαλέτα καθώς και μια εξωτερική σκάλα που οδηγούσε στα πάνω δωμάτια. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των τετρακατοικιών είναι τα μικρά μπαλκόνια με τα ξύλινα κάγκελα καθώς επίσης και οι ξύλινες πόρτες-είσοδοι στο οίκημα.(βλ.Εικ.4).

Εικ.4:Τετρακατοικία επί της οδού Ρίμινι και Ελευθερίου Βενιζέλου

Ένα ακόμα βασικό χαρακτηριστικό των προσφυγικών όπως φαίνεται και στις παραπάνω φωτογραφίες είναι το ασβέστωμα των τοίχων των σπιτιών. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες της Ρούλας και Ελένης Χατζημιχάλη, από το Δένιζλι (προσφυγοπούλες δεύτερης γενιάς),  οι Μικρασιάτισσες διατηρούσαν καθαρούς τους χώρους των δωματίων ασπρίζοντας τους τοίχους και τα ρείθρα των πεζοδρομίων με ασβέστη. Κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα ασβέστωναν τους τοίχους και έβαφαν τα ξύλινα παντζούρια. Μέσα στο δωμάτιο υπήρχε ένα τραπέζι φαγητού, μία με δύο ντιβανοκασέλες και μια ντουλάπα για τα ρούχα σε μία γωνία. Το διπλό κρεβάτι του ζευγαριού τοποθετούνταν στη καλύτερη περίπτωση σε ένα αυτοσχέδιο δωματιάκι αλλιώς αν δεν υπήρχε χώρος στο ίδιο μέρος με τα υπόλοιπα. Αυτό σήμαινε πως περίπου το 10 με 15% του σπιτιού ήταν ελεύθερο για κυκλοφορία.

Ωστόσο οι Μικρασιάτισσες έδωσαν το στοιχείο των χαμένων πατρίδων στα στενοσόκακα και τα ασβεστομένα τετράγωνα της Νέας Ιωνίας. Οι βασιλικοί και τα γεράνια, τζιράνια όπως τα έλεγαν στην Ανατολή, στόλιζαν τα παράθυρα, τις ενιαίες αυλές και τα σκαλοπάτια. Χειροποίητες κουρτίνες στα παράθυρα έδιναν, σε συνδυασμό με κάποιο γεράνι ή βασιλικό μέσα σε τενεκέδες, άρωμα ανατολής.

Τα πρώτα χρόνια, βασικό πρόβλημα που αντιμετώπιζαν τα προσφυγικά οικήματα ήταν η ύδρευση και το αποχετευτικό σύστημα. Το πρώτο διάστημα, πολλά προσφυγικά είχαν δικό τους πηγάδι στις κοινές αυλές ενώ άλλα είχαν δικό τους αποχωρητήριο, την λεγόμενη οθωμανική τουαλέτα. Κάθε οικοδομικό τετράγωνο είχε το δικό του στεγανό χώρο, οι τετρακατοικίες συνήθως είχαν δικό τους, τα λεγόμενα κατάβοθρα. Εκεί συγκεντρώνονταν τα νερά από το πλύσιμο και τα αποχωρητήρια και όταν γέμιζαν, ερχόταν αυτοκίνητο του δήμου και τις άδειαζε. Η κατάσταση άλλαξε με την άφιξη της Ούλεν το 1926, όταν εκσυγχρονίστηκε το σύστημα ύδρευσης.

Με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να ξεφυτρώνουν αυτοσχέδιες παράγκες, που εξελίχθηκαν στα πρώτα καφενεία, κουρεία και ουζερί. Το γάλα δινόταν χύμα σε δοχεία από το γαλατά που γύρναγε στους μαχαλάδες της Νέας Ιωνίας με το κάρο του και πωλούσε γάλα. Επιπροσθέτως πολλά προσφυγικά ακόμα και σήμερα βλέπουμε πως έχουν κάποια σάπια εγκαταλελειμένα ξύλινα κατασκευάσματα στις αυλές, αυτά ήταν κοτέτσια Αυτό συνέβαινε διότι τα χρόνια της φυματίωσης τα αυγά σπάνιζαν. Έτσι πολλοί πρόσφυγες αγόρασαν κότες που τις έβαζαν στα κοτέτσια ή στις ταράτσες για να εξασφαλίσουν το φρέσκο αυγό.

Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο επίσης είναι ο χώρος της κουζίνας και το πως μπορούσαννα μαγειρεύουν οι Μικρασιάτισσες. Σύμφωνα με μαρτυρία της Ασημένιας Δαυίδ, πρόσφυγα δεύτερης γενιάς από την Κωνσταντινούπολη, η μαγειρική γινόταν με τα πιταράκια και τη φουφού. Τα πιταράκια ήταν καύσιμο υλικό που ουσιαστικά ήταν μείγμα από καρβουνόσκονη και σβησμένο ασβέστη ή λάσπη σε σχήμα μπάλας. Την άπλωναν έξω για να ξεραθεί και έπειτα την αποθήκευαν και την έβαζαν σε τενεκέδε. Έπειτα αγόραζαν από τους μικροπωλητές πεύκο δαδί σε ματσάκια για προσάναμμα και οι γυναίκες έβγαζαν έξω τη φουφού. Όταν δεν κάπνιζε πια, την έβαζαν μέσα στο κουζινάκι και μαγείρευαν.

Η Νέα Ιωνία αναπτύχθηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Η κάποτε ερημική περιοχή των Ποδαράδων, είχε δώσει τη θέση της στον προσφυγικό συνοικισμό των Σπαρταλήδων και των υπόλοιπων Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Ασβεστομένα και πυκνοκατοικημένα οικοδομικά τετράγωνα, κολλητά σπίτια μεταξύ τους συνθέτουν μια ιστορία γενναιότητας, πόνου και αγώνα για επιβίωση. Πλέον η Νέα Ιωνία αναμετράται με τον χρόνο προκειμένου να κρατήσει την ταυτότητα της. Πλέον άλλα προσφυγικά κατοικούνται από ηλικιωμένους απογόνους προσφύγων, άλλα από οικονομικούς μετανάστες και πρόσφυγες από άλλα ματωμένα μέρη της γης, άλλα είναι εγκαταλελειμμένα και άλλα έχουν δώσει τη θέση τους σε άμορφες πολυκατοικίες. Η Νέα Ιωνία μέσω των προσφυγικών σπιτιών της και των ανθρώπων που διασώζουν την ιστορία της, πάντα θα είναι η προσφυγούπολη εκείνη, που στα σοκάκια της ανάβλιζαν οι μυρωδιές από τους βασιλικούς και τα τζιράνια, θα είναι η συνοικία εκείνη που οι πρόσφυγες με την τεχνογνωσία τους και το εμπορικό τους δαιμόνιο την εξέλιξαν και  την έκαναν βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο στο πέρασμα των χρόνων. Η ιστορία ενός τόπου σβήνει, όταν σβήσει στις καρδιές των ανθρώπων που τον κατοικούν.

Iστιότοποι, πηγές και Βιβλιογραφία
Ιστιότοποι
Πηγές
  • Χάρης Σαπουντζάκης, Νέα Ιωνία:Ταξίδι στο χρόνο-Η ιστορία της πόλης μας από την ίδρυση της (1923), εκδ.IONIANET
  • Η Σπάρτη της Ανατολής, έκδοση της ενώσεως Σπάρτης Μ.Ασίας, Περίοδος Β΄,Αρ.φύλλου 08, Ιανουάριος 2016
Βιβλιογραφία
  • Απόστολος Ε.Βακαλόπουλος, νέα ελληνική ιστορία, εκδ.ΒΑΝΙΑΣ, Θεσσαλονίκη 2005
  • Θάνος Βερέμης-Γιάννης Κολιόπουλος, Ελλάς: η σύγχρονη συνέχεια, από το 1821 μέχρι σήμερα, εκδ.Καστανιώτη,Αθήνα 2006
  • Όλγα Βογιατζόγλου,Ο ξεριζωμός και η άλλη πατρίδα. Οι προσφυγουπόλεις στην Ελλάδα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας,Αθήνα 1999
  • Ψυρούκης Νίκος, Μικρασιατική Καταστροφή, εκδ.Κοροντζής, Δεκέμβριος 1998
  • Λαμπρινού-Χρηστοπούλου Άννα/Χρηστοπούλου-Ποταμίτη Ρέα, Ιωνία Μάνα-Νέα Ιωνία Κόρη, εκδ.Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού(ΙΜΕ), Μάρτιος 2008

YOU MIGHT ALSO LIKE