Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ανοίγει και πάλι της πύλες του – Το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος εκφράζει τις επιφυλάξεις του
Την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου το κοινό θα μπορεί να επισκεφθεί για πρώτη φορά σε πλήρη λειτουργία το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνη, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Πολιτισμού. Το ΕΜΣΤ θα δεχθεί δημοσιογράφους τη Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου, ομάδες μαθητών στις 24, 25 και 26 Φεβρουαρίου κατόπιν συνεννόησης, και την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου θα ανοίξει για το κοινό. Σύμφωνα με την υπουργό πολιτισμού ο πρώτος μήνας λειτουργίας θα είναι δοκιμαστικός για να ελεγχθεί ότι όντως τα πάντα λειτουργούν σύμφωνα με το πρόγραμμα σε συνθήκες πλήρους, κανονικής λειτουργίας. Μόλις ολοκληρωθεί αυτός ο δοκιμαστικός μήνας αναμένεται να γίνουν και τα επίσημα εγκαίνια του μουσείου. Aξίζει να σημειωθεί ότι ως σήμερα διαχρονικά το υπουργείο Πολιτισμού έχει διαθέσει περισσότερα από 40 εκατομμύρια ευρώ για την ανακατασκευή του χώρου, ενώ τρία εκατομμύρια ευρώ πρόσφερε ως δωρεά το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τον Ιούλιο 2018, για τον εξοπλισμό του Μουσείου και την εφαρμογή των εγκεκριμένων μελετών προκειμένου να εκτίθεται η μόνιμη συλλογή.
Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) ξεκίνησε τη λειτουργία του το 2000. Μόνιμη στέγη του μουσείου είναι το πρώην εργοστάσιο ζυθοποιίας Φιξ στη Λεωφόρο Συγγρού, η ανακατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε τον Φεβρουάριο του 2014. Το κτήριο καταλαμβάνει 18.142 τμ. σε οικόπεδο επιφανείας 3.123 τμ.
Η συλλογή του μουσείου συγκροτείται γύρω από έναν σημαντικό πυρήνα έργων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, όπως ο Στήβεν Αντωνάκος, o Μπιλ Βιόλα, ο Ντίκος Βυζάντιος, η Έμιλυ Ζασίρ, o Ίλια και η Εμίλια Καμπακόφ, ο Βλάσης Κανιάρης, ο Νίκος Κεσσανλής, ο Γιάννης Κουνέλλης, η Σιρίν Νεσάτ, ο Λουκάς Σαμαράς, ο Κώστας Τσόκλης, η Μόνα Χατούμ, ο Γκάρυ Χιλλ, η Χρύσα, κ.ά., και συνεχώς εμπλουτίζεται.
Aπό το 2003 μέχρι το 2008 το ΕΜΣΤ παρουσίασε εκθέσεις και δράσεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στην ΑΣΚΤ και στο δημόσιο χώρο, ενώ από τις 30 Σεπτεμβρίου του 2008 φιλοξενήθηκε σε τμήμα του κτηρίου του Ωδείου Αθηνών.
Τον Μάιο του 2015 το μουσείο εγκαταστάθηκε στη μόνιμη στέγη του, ενώ από τον Οκτώβριο του 2016 έως τον Ιανουάριο του 2019 λειτούργησε τους χώρους των περιοδικών του εκθέσεων, τους χώρους των Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων, την Αίθουσα Προβολών και το Πωλητήριο, παρουσιάζοντας ένα σημαντικό αριθμό εκθέσεων αλλά και δράσεων, όπως συνέδρια, παρουσιάσεις εκδόσεων, χορευτικών και μουσικών παραστάσεων, προβολών, μεταξύ άλλων.
Σε ανακοίνωσή του το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, σχετικά με τις εξελίξεις στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης εκφράζει τις αντιθέσεις του στο τρόπο λειτουργείας και σημειώνει ότι το μουσεία «θα λειτουργεί στα πλαίσια της αγοράς, των συλλεκτών και των μεγαλεμπόρων της τέχνης και οι οποίοι θα επιβάλουν τους δικούς τους οικονομικούς αλλά και αισθητικούς κανόνες.» Ολόκληρη η ανακοίνωση:
«Είναι να απορεί κανείς με την ωμότητα με την οποία παρεμβαίνει στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) η κυβέρνηση, πράγμα που έγινε ακόμη και με τη φυσική παρουσία του Γενικού Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού του ΥΠΠΟΑ κ. Γιατρομανωλάκη στη συνεδρίαση του ΔΣ του ΕΜΣΤ στις 2/12/2019.
Με τις παρεμβάσεις του ο ΓΓΣΠ του ΥΠΠΟΑ διαμόρφωσε τη στρατηγική του Μουσείου ως προς τον προσανατολισμό των εκθέσεων του ΕΜΣΤ, όπως επίσης και ως προς την αναγκαιότητα εκμίσθωσης χώρων του ΕΜΣΤ όχι μόνο σε επιχειρηματίες εστίασης, αλλά και σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Τέχνη.
Οι παρεμβάσεις του Γενικού Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού του ΥΠΠΟΑ ουσιαστικά επιβεβαιώνουν τι εννοεί η κυβέρνηση με την «υπεκμίσθωση χώρων» του ΕΜΣΤ, ρύθμιση που άρον – άρον θεσμοθέτησε η κυβέρνηση στο (άσχετο) νομοσχέδιο «Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας των Υπουργείων Υγείας, Εσωτερικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και άλλες διατάξεις» πριν λίγες μέρες.
Με βάση το άρθρο 62 θωρακίζεται και νομοθετικά η αποδόμηση και εκποίηση του ΕΜΣΤ, αφού μεγάλο μέρος του θα μισθώνεται σε ιδιώτες για την προβολή των συλλογών τους.
Πρακτικά, αλλάζει θεσμικά ο δημόσιος κοινωνικός χαρακτήρας του ΕΜΣΤ και τίθεται απροκάλυπτα στην υπηρεσία της πολιτιστικής βιομηχανίας και των συμφερόντων της.
Ο Γενικός Γραμματέας Σύγχρονου Πολιτισμού του ΥΠΠΟΑ, κ. Γιατρομανωλάκης, στη συνεδρίαση του ΔΣ του ΕΜΣΤ εντελώς κυνικά και ωμά έθεσε προ τετελεσμένων το ΔΣ του ΕΜΣΤ, απαίτησε για το 2020 έναν κύκλο εκθέσεων αφιερωμένων σε συλλέκτες διεθνούς εμβέλειας, ώστε να ανοίξει ο κύκλος μετακλήσεων εξωτερικών επιμελητών «διεθνούς κύρους» όπως ειπώθηκε, προσδιορίζοντας μάλιστα και το ποιοι, όπως ποιες συλλογές ιδιωτών θα παρουσιάσει το ΕΜΣΤ. Δήλωσε μάλιστα ότι «…Η δική μου άποψη σε σχέση με τη συμμετοχή των επιμελητών, αυτοί είναι οι «θεματοφύλακες» της μόνιμης συλλογής»!!!
Το ΕΜΣΤ γίνεται εργαλείο λανσαρίσματος ιδιωτικών συλλογών, μετατρέπεται σε έναν από τους παρόχους «στέγης» σε συλλέκτες και κατ’ επέκταση στους δικούς τους επιμελητές.
Δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ το ΕΜΣΤ εξελίσσεται σε ένα εμπορικό εκθετήριο των συλλογών των συλλεκτών, ένα μουσείο promoter, προκειμένου τα έργα που έχουν στην κατοχή τους οι συλλέκτες να αποκτούν υψηλή προστιθέμενη αξία στην αγορά και το εμπόριο τέχνης.
Το ΕΜΣΤ -όπως εξελίσσεται- θα μπορούσε κάλλιστα να ονομαστεί ART MALL.
Από τον ιδρυτικό νόμο για το ΕΜΣΤ το 1997, η ασαφής και στρεβλή φυσιογνωμία του Μουσείου δεν ήταν τυχαία: Στη «μετά Μάαστριχτ» εποχή όλα ετοίμαζαν τον δρόμο της παράδοσής του στους ιδιώτες. Με αποκορύφωμα φυσικά το 2013, όπου ενώ είχε εγκριθεί και προβλεφθεί το ποσό των 3.700.000 ευρώ για την ολοκλήρωση της μουσειολογικής μελέτης, ουδέποτε εκταμιεύτηκε. Φάνηκε πως ήταν όλα προσχεδιασμένα και σκόπιμα. Τα πράγματα προχώρησαν με οργανωμένο τρόπο και συνενοχή όλων των πολιτικών προσώπων που ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια, ώστε να φέρουν το «Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος» ως μονόδρομο.
Σήμερα αναιρείται, με αυτόν τον τρόπο, ακόμα και αυτός ο ασαφής και στρεβλός ιδρυτικός νόμος του 1997. (Ασαφής και στρεβλός ως προς τον προσανατολισμό που δίνει στη φυσιογνωμία του ΕΜΣΤ). Τελικά το ΕΜΣΤ θα είναι ένα Μουσείο «Συλλογών», όπως ακριβώς ΔΕΝ θα έπρεπε να είναι, μια και αυτός ο ρόλος ανήκει σε άλλα Μουσεία ή Πινακοθήκες. Ένα Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης πρέπει να αγκαλιάζει, να αναδεικνύει και να μελετά την Αισθητική αλλά και άλλες πλευρές, της Τέχνης που γίνεται ΣΗΜΕΡΑ, στη χώρα όπου βρίσκεται.
Απεμπολείται πλέον -όπως προκύπτει από τα πρακτικά- ο δημόσιος χαρακτήρας του ως Μουσείου, όπου η σύγχρονη τέχνη επικοινωνεί με την σύγχρονη καλλιτεχνική παραγωγή. Το πλέγμα των εκθεσιακών δράσεων του ΕΜΣΤ, με τις προτάσεις της κυβέρνησης και του Γενικού Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού του Υπουργείου Πολιτισμού, εναρμονίζει και θωρακίζει το πλαίσιο της σύνδεσης της τέχνης με την επιχειρηματικότητα, τη σχέση ωφέλειας – κέρδους. Από το πρόγραμμα των εκθεσιακών δράσεων του ΕΜΣΤ απουσιάζουν οι 6.800 εικαστικοί καλλιτέχνες της χώρας. Οι όποιες επιλεκτικές επιλογές Ελλήνων καλλιτεχνών για εκθέσεις στο ΕΜΣΤ είναι για ξεκάρφωμα και για να χρυσώνουν το χάπι στον καλλιτεχνικό κόσμο.
Οι εικαστικοί καλλιτέχνες και γενικότερα ο κόσμος της Τέχνης πάλεψε από το 1964 για την ίδρυση του ΕΜΣΤ, με σκοπό να υπηρετήσει τις ανάγκες της σύγχρονης τέχνης και της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας της χώρας μας.
Αντίθετα σήμερα, το μήνυμα είναι σαφές από το ΥΠΠΟΑ: Το ΕΜΣΤ -όσο και αν το κράτος έχει ξοδέψει για αυτό δεκάδες εκατομμύρια ευρώ και το Μουσείο λέγεται κατ’ επίφαση «δημόσιο» – είναι ένα Μουσείο που θα λειτουργεί στα πλαίσια της αγοράς, των συλλεκτών και των μεγαλεμπόρων της τέχνης και οι οποίοι θα επιβάλουν τους δικούς τους οικονομικούς αλλά και αισθητικούς κανόνες.
Το ερώτημα που τίθεται είναι:
Ποιος πρέπει να είναι ο χαρακτήρας ενός δημόσιου Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης;
Και σε ποιον ανήκει τελικά;».
Πηγές: 902.gr iefimerida.gr
- 45
- 620