Once Upon a Time in Hollywood – Του Πάνου Λιάκου
Του σινεμά το πανηγύρι. Γι’ αυτό τον άφησα τρίτο στη σειρά από τα φιλμ που βγήκαν αυτή τη βδομάδα τον Ταραντίνο. Είναι σαν τους μεγάλους δασκάλους που ξέρεις (παρά την ασταθή σχέση που έχεις μαζί τους) ότι όποτε κι αν δεις τα έργα τους ή θα διαβάσεις τα γραπτά τους, αυτά θα είναι ταυτόχρονα καβλιάρικα γύρω από την υπόθεση του σινεμά αλλά και υψηλοτάτου επιπέδου. Και στο Once Upon a time in Hollywood, παρά το γεγονός ότι δεν αισθάνθηκα την έξαψη που είχα στην πρώτη επαφή με το σινεμά του, δεν γίνεται να παραγνωρίσω ότι είναι ένας κορυφαίος σεναριογράφος που αγαπάει το σινεμά όσο λίγοι της γενιάς του.
Ο Κουέντιν Ταραντίνο, στην ένατη ταινία του τοποθετεί τους ήρωές του στο Λος Άντζελες του 1969. Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο υποδύεται ένα δευτεροκλασάτο ηθοποιό γουέστερν τηλεοπτικών σειρών που περνάει υπαρξιακή κρίση. Από κοντά και ο λιγομίλητος κασκαντέρ και καλύτερός του φίλος με τη μορφή του Μπραντ Πιτ. Παράλληλα βλέπουμε και την ιστορία της Σάρον Τέιτ όπου σάρκα και οστά της δίνει η πεντάμορφη Μαργκό Ρόμπι που κάνει αυτή τη γυναίκα εντελώς δική της και μας αφήνει να κοιτάμε εντελώς εμβρόντητοι- ιδίως στη σεκάνς όπου πηγαίνει στον κινηματογράφο για να παρακολουθήσει την ταινία στην οποία συμμετέχει. Έτσι μέσα στη χαρά της ζωής την σκέφτηκε να είναι ο Ταραντίνο, διότι φαίνεται ότι πραγματικά την αγαπούσε και ήθελε να της δώσει αυτό το καλό φινάλε στο οποίο δεν δολοφονείται από τους ακολούθους του Μάνσον.
Ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο καταφέρνει κάθε φορά να μας αφήνει με το στόμα ανοικτό. Σε ένα έργο που ακουμπάει περισσότερο πάνω στο είδος της κωμωδίας, καταφέρνει να κλέψει την παράσταση για ακόμη μια φορά- ιδίως στις σκηνές όπου παρωδούνται οι γουέστερν τηλεοπτικές σειρές ή οι αντιναζιστικές b-movies . Κι επειδή προφανώς ο Ταραντίνο έχει αγάπη όχι μόνο για τους Γκοντάρ και τους Αντονιόνι αλλά και για το λαϊκό σινεμά και την τηλεόραση της εποχής, καταφέρνει όλο αυτό να μην γίνει ένα σόου παρά να μας μεταφέρει το κλίμα της εποχής και να δώσει στους νεότερους θεατές το έναυσμα για να ψαχτούν περισσότερο γύρω από αυτή. Όπως ο Αλμοδόβαρ φαίνεται ότι κάνει με αγάπη τις παρωδίες γύρω από το κλασικό μελόδραμα, έτσι συμβαίνει και με το τηλεοπτικό γουέστερν στην περίπτωση του Ταραντίνο.
Η μεγάλη σκηνή του Ντι Κάπριο είναι εκείνη με τη συζήτηση με το νεαρό κορίτσι στο διάλειμμα των γυρισμάτων όπου και αρχίζει να κλαίει αφού ταυτίζεται με την ιστορία ενός βιβλίου που εκείνος διαβάζει- αναλύεται σε λυγμούς. Είναι ο μεγάλος της εποχής μας ο Ντι Κάπριο. Κάνουν ένα δυνατό ζευγάρι με το Μπραντ Πιτ και ο Ταραντίνο γράφει έτσι το σενάριό του ώστε στην τελική τους σκηνή να μας τσακίσει με το πόσο εν τέλει ο ένας υποστηρίζει τον άλλο. Πηγαίνει στο θέμα του bromance, της ουσιαστικής αντρικής φιλίας: »Είσαι καλός φίλος», λέει ο Ντι Κάπριο στο φινάλε του φιλμ. »Προσπαθώ», απαντά ο Πιτ. Το αφιερώνω στους φίλους μου που μού στάθηκαν πολύ την περίοδο αυτή. Αχ, αυτό το support….
Ναι, η ανασύσταση της περιόδου με τη σκηνογραφία, την ενδυματολογία και τον ήχο κόβει την ανάσα (Όσκαρ buzz μαζί με σενάριο)- μπορείς να φανταστείς τον Ταραντίνο να γράφει με τρέλα όλα αυτά στο χαρτί του έχοντας σκεφτεί και την παραμικρή λεπτομέρεια. Πέρα και πάνω από όλα αυτά, όμως, φαίνεται ότι έχουμε να κάνουμε με ένα γνώστη της ιστορίας τους κινηματογράφου όπου δεν έχει χάσει ακόμη την παιδικότητα του (» τι θα γινόταν αν το Μπρους Λι τον τσάκιζαν στο ξύλο αντί να τους τσάκιζε;») ενώ δίνει την εντύπωση ότι μέσα από τη γλώσσα του κινηματογράφου προσπαθεί να δημιουργήσει ένα κόσμο όπως εκείνος θα τον ήθελε. Για όλους εμάς που αρνούμαστε το εδώ και το τώρα.
- 33
- 699