Το χώμα βάφτηκε κόκκινο 1966 – Του Οδυσσέα Σουρίλα
Η εν λόγω ταινία είναι μια από τις πιο σημαντικές ελληνικές παραγωγές, αφού προτάθηκε για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας κατά την απονομή των Όσκαρ του 1966. Η δράση της εκτυλίσσεται στις αρχές του 20ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα κατά το έτος 1907. Βάση της ταινίας είναι οι αγώνες των κολίγων εναντίον των τσιφλικάδων της Θεσσαλίας, οι οποίοι τους καταδυνάστευαν με κάθε λογής τρόπο. Ήδη είχαν γίνει διάφορα κινήματα από τους κολίγους για να αποτινάξουν των ζυγό των τσιφλικάδων, που αντικατέστησαν τους Τούρκους, μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας το 1880. Τους κολίγους προσπαθούσε να τους διαφωτίσει ο Μαρίνος Αντύπας, ένας σοσιαλιστής υπέρμαχος των αδυνάτων.
Ήρωες της ταινίας είναι ο Οδυσσέας (Νίκος Κούρκουλος) και Ρήγας (Γιάννης Βόγλης) Χορμόβας, δυο αδέρφια τόσο διαφορετικά μεταξύ τους. Ο μικρός γιος, ο Οδυσσέας, ήταν υπερασπιστής των κολίγων, είχε συμμετάσχει στους αγώνες τους στο παρελθόν, ενώ κατά την ταινία, μετά την δολοφονία του Αντύπα, εναντιώθηκε στην οικογένειά του και πήγε να ζήσει με τους κολίγους, δουλεύοντας ανάμεσά τους. Ο μεγάλος αδερφός, ο Ρήγας, ήταν ένας άνθρωπος αγροίκος, αγράμματος, όπως δηλώνει και ο ίδιος. Ήταν ένας τυπικός τσιφλικάς που εκμεταλλευόταν τους υποδεέστερούς του με κάθε τρόπο.
Η διάσταση ανάμεσα στα δυο αδέρφια φαίνεται με τον πιο καθαρό τρόπο, ήδη από την εναρκτήρια σκηνή της ταινίας, η οποία θυμίζει στον θεατή και την παραβολή του ασώτου υιού. Ο Οδυσσέας μετά από χρόνια επιστρέφει στον πατέρα του, αφού πρώτα τον είχε απαρνηθεί. Ο πατέρας (Μάνος Κατράκης) με την επιστροφή του γιού κάνει γιορτή. Η σκηνή αυτή βρίθει από λαογραφικά στοιχεία, αφού βλέπουμε τις φορεσιές των ανθρώπων, την μουσική του τόπου και πως έκαναν τα πανηγύρια τότε. Ο μεγάλος αδερφός έλειπε στο κυνήγι και μόλις αντιλαμβάνεται την γιορτή επιστρέφει νευριασμένος με τους επιστάτες του και ρωτάει τον πατέρα του γιατί κάνει γιορτή για έναν γιο που τον είχε εγκαταλείψει για τόσα χρόνια.
Το τέλος της σκηνής μου προκαλεί πάντα εντύπωση, αφού το χρησιμοποιούσε ως παράδειγμα ο παππούς μου, όταν τσακωνόμασταν μικροί με τα αδέρφια μου. Ο πατέρας θέλοντας να συμφιλιώσει τα δυο αδέρφια έδωσε στον Ρήγα να σπάσει ένα μπαστούνι. Όταν το έσπασε εύκολα στα δυο, του είπε να προσπαθήσει να σπάσει και τα δυο κομμάτια, αλλά αυτός δεν μπορούσε. Ο πατέρας του είπε τότε πως αν ήταν ενωμένα τα αδέρφια κανείς δεν θα μπορούσε να τους νικήσει. Πάντως η σχέση ανάμεσα στα αδέρφια αντί να γίνεται καλύτερη, γινόταν συνεχώς χειρότερη. Αποκορύφωμα της έχθρας τους ήταν η αγάπη της Ειρήνης ( Μαίρη Χρονοπούλου). Αυτή αγάπησε τον Οδυσσέα, αλλά ο Ρήγας μη αποδεχόμενος την επιλογή της την απαγάγει.
Η ταινία βασίζεται στα γουέστερν της Αμερικής. Πράγματι βλέπουμε κυνηγητά με άλογα σε περιοχές της Θεσσαλίας (Μετέωρα). Επίσης, παρατηρώντας την κανείς θα μπορούσε να διακρίνει και στοιχεία αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Ο χορός, έχει αντικατασταθεί από τους κολίγους, οι οποίοι τραγουδούν κατά τον θάνατο του Αντύπα, ενώ ο Κορυφαίος ήταν ο Οδυσσέας Χορμόβας. Το σχήμα ύβρις- άτη- νέμεσις- τίσις είναι παρόν, όπως και στην αρχαία τραγωδία. Η λύσις της ταινίας δίνεται με τον θάνατο του Ρήγα, από τα χέρια του αδερφού της Ειρήνης, τον Γιάγκο (Φαίδων Γεωργίτσης), ο οποίος πεθαίνει δίπλα του. Βλέπουμε λοιπόν, πως μπροστά στον θάνατο όλοι είναι ίσιοι, κάτι που ανέφερε και ο Γιάγκος στον Ρήγα.
Πηγή Φωτογραφίας: tvopen.gr
- 47
- 1230