Μπεν Χουρ – Του Πάνου Λιάκου
Φαντάσου στη δεκαετία του 1960 να είσαι πιτσιρικάς και να σου σκάει ο Μπεν Χουρ στη μεγάλη οθόνη. Με μια διάρκεια που θες-δεν θες σε βουλιάζει μέσα στη μαγεία του σινεμά. Όπως το έπαθε περίπου η δική μας η γενιά με τον Άρχοντα των δαχτυλιδιών. Κι εμείς μετά την επαφή με το επικό σινεμά βγαίναμε ενθουσιασμένοι, όλη την υπόλοιπη βδομάδα στα διαλείμματα του σχολείου μοιράζαμε ρόλους και παίζαμε το έργο. Στην αναπαράσταση μαχών έπαιρναν μέρος και τα γύρω τμήματα και βγάζαμε το άχτι μας…
Ας μετρήσουμε πόσα Όσκαρ πήρε ο Μπεν Χουρ το 1960. Ταινίας, Α’ Ανδρικού ρόλου για τον Τσάρλτον Ίστον (ο ορισμός του ήρωα, σταθερότητα στη φωνή, πυγμή- πόσοι πιτσιρικάδες δεν θα μαγεύτηκαν;), Υποστηρικτικού Ανδρικού για το Χιου Γκρίφιθ που έπαιξε το σεΐχη και που τον έκανε δικό του από την εισαγωγική του κιόλας σκηνή που φαίνεται το πάθος του για τα άλογα, σκηνοθεσίας για το Γουίλιαμ Γουάιλερ, έγχρωμης φωτογραφίας για το Ρόμπερτ Σέρτις (έχει να διαχειριστεί από σκηνές επικές, μέχρι ρομαντικές και κατάνυξης!), σκηνογραφίας, κοστουμιών, ήχου, μοντάζ, ειδικών εφέ και μουσικής για το Μίκλος Ρόζα. Έντεκα είναι αυτά. Η μοναδική του χασούρα ήταν στο σενάριο (από διασκευή βιβλίου του στρατηγού Λιου Ουάλας) του Καρλ Τάνμπεργκ.
Πάντα μας γοητεύουν τα έπη που ξεκινούν με τη μουσική ουβερτούρα. Κι έπειτα είναι τέτοιος μάστορας ο Γουάιλερ που δεν ξεκολλάς τα μάτια, δεν καταλαβαίνεις για πότε βρέθηκες στο Intermission κι από εκεί στο φινάλε. Μεγάλος story-teller. Από νουάρ όπως Το γράμμα μέχρι Τα καλύτερά χρόνια της ζωής μας κι από εκεί στον Μπεν Χουρ και το ψυχολογικό The Collector. Πρόλογος τρομερός που μας τοποθετεί σε τόπο, χρόνο (26 μ.Χ.) και με τη σκηνογραφία να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο προτού μπούμε στα της σχέσης του Ιουδαίου πρίγκιπα που δίνει το όνομά του στο παραμύθι μας με το Μεσσάλα (τρομερή η άρθρωση του Στίβεν Μπόιντ, ιδίως στο πρώτο μέρος αλλά και στην καταληκτική του σκηνή όπου πλέον είναι ετοιμοθάνατος και πρέπει να στραπατσάρει την άρθρωση).
Μπορείς να μιλάς ώρες και ώρες για τις αρετές αυτής της ταινίας. Ας σταθούμε όμως σε σεκάνς όπως εκείνη της ναυμαχίας στο πρώτο μέρος και ιδίως στις σκηνές πριν τη σύρραξη όπου το μοντάζ ακολουθεί το τέμπο των κωπηλατών που παίρνουν σήμα από κάποιον που όντως δίνει το ρυθμό. Τρομερό. Δεύτερο σημείο που εντυπωσιάζει σταθερά μέχρι σήμερα είναι η αρματοδρομία στο δεύτερο μέρος. Εκτός από το μοντάζ, εκεί έχει να μας εντυπωσιάσει και η επιλογή να μην υπάρχει μουσική παρά στην ηχητική μπάντα να κυριαρχεί το ποδοβολητό των αλόγων και ήχοι του σταδίου.
- 69
- 1334