Υπάρχει και ξεφτίλα

Αν δεν το γνωρίζετε, στην Ιαπωνία έτσι και πολιτικός κατηγορηθεί για δωροδοκία, δεν χρειάζεται να πάει να απολογηθεί σε καμία εξεταστική επιτροπή, ούτε να πατήσει το πόδι του σε δικαστήριο. Κάνει χαρακίρι και ησυχάζει μια για πάντα.

Το χαρακίρι -που καθιερώθηκε από τους Σαμουράι- είναι μια μορφή κωδικοποιημένης ηθικής συμπεριφοράς ενός υψηλού προσώπου ή αξιωματούχου, για τον οποίο αποκαλύφθηκαν πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων του και είχαν σαν συνέπεια την ατίμωσή του. Στην Ιαπωνία, εκεί που η αυτοτιμωρία είναι καθήκον τιμής για πολιτικούς που έχουν παρανομήσει, δεν είναι τυχαίο ότι η απονομή της Δικαιοσύνης κατέχει την πέμπτη παγκόσμια θέση στην συγκριτική μεταξύ κρατών αξιολόγησή της. Γιατί; Γιατί υπάρχει ένας άγραφος κώδικας τιμής και στις δύο πλευρές κάθε υπόθεσης που διερευνάται. Ο δικαστής λαμβάνει υπόψη του όλα τα στοιχεία μιας αδικοπραξίας και αποδίδει σε εύλογο χρόνο ποινή που ανταποκρίνεται στο περί δικαίου αίσθημα.

Ο Γιαπωνέζος πολιτικός -που γνωρίζει ότι η Δικαιοσύνη δεν αστειεύεται-, προκειμένου να μην ξεφτιλίζεται σαν τον Γιάννο και τον Άκη με χειροπέδες σκεπασμένες από σακάκι, βάζει το κοστούμι του, ρίχνει μια τελευταία στρώση μαύρο χρώμα στο μαλλί του για να βγει ωραίος στη φωτογραφία και αυτοκτονεί. Η αυτοκτονία για αυτόν δεν είναι ένα απονενοημένο διάβημα. Είναι πράξη κάθαρσης και αποκατάστασης της τιμής του. Είναι λάθος να πιστεύεται ότι τιμή διαθέτουν μόνοι οι έντιμοι άνθρωποι. Τιμή, όπως και αξιοπρέπεια και μάλιστα υψηλή, έχουν και οι σοβαροί μαφιόζοι. Δεν μιλάμε για ντόπιους της πλάκας που δίνει ο ένας τον άλλον, αλλάζουν στρατόπεδο ανάλογα με τα συμφέροντα τους και μυξοκλαίγονται στον ανακριτή μόλις πιαστούν.

Στη χώρα που η δικαιοσύνη βρίσκεται στην 83η θέση σε σύνολο 141 χωρών στον δείκτη ανεξαρτησίας, η ελευθερία του Τύπου κατατάσσεται τρίτη από το τέλος μεταξύ των χωρών της Ε.Ε, και οι πολιτικοί της -συμπεριλαμβανομένων κομμάτων και κοινοβουλίου- θεωρούνται από τους θεσμούς που εμπιστεύονται λιγότερο οι πολίτες της, ξέρετε τι υπάρχει στη θέση της πολιτικής τιμής; Αν βιαστείτε να απαντήσετε ότι υπάρχει το φιλότιμο -λέξη άγνωστη στους αλλοδαπούς- ναι, υπάρχει. Σαν τίτλος ελληνικής ταινίας της δεκαετίας του ’60.

Μισό αιώνα και βάλε, ο Σακελλάριος σε μια ελληνική κωμωδία απενοχοποιούσε την εγχώρια συμπεριφορά του πολιτικού παρουσιάζοντας τον Λάμπρο Κωνσταντάρα σαν ένα αφελή άνθρωπο, που αγνοούσε τι σκαρώνανε πίσω από την πλάτη του σύμβουλοι ίδιας περίπου κοπής με αυτούς που κυκλοφορούν στα υπουργικά γραφεία.

Θα ήταν παράλογο ο μετεμφυλιακός ελληνικός κινηματογράφος να ακολουθούσε τα χνάρια του ευρωπαϊκού νεορεαλισμού και να αποτύπωνε την πραγματικότητα του δωσιλογισμού, του μαυραγοριτισμού, των πολιτικών διώξεων, της μετανάστευσης και των κατοχικών δοσοληψιών «πατριωτών» που πήραν τις τύχες της πολιτικής στα χέρια τους. Υπήρχε το φιλότιμο, για να διαγράψει κάθε ενδιάμεση αποτρόπαια πράξη ή συμπεριφορά ανθρώπων με σκοτεινό παρελθόν.

«Μπορεί να καρφώνει τους συναδέλφους του στον Διευθυντή, αλλά όταν επιστρέφει από επαγγελματικό ταξίδι στην Θεσσαλονίκη, έρχεται πάντα με ένα κουτί καριόκες του Αγαπητού. Είναι φιλότιμο, κατά βάθος, παιδί ο Σάκης» έχω ακούσει να λένε. Όχι, δεν είναι φιλότιμος ο Σάκης. Είναι ένας ρουφιάνος που προσπαθεί να συγκαλύψει την έμφυτη ροπή προς κατάδοση, με μια πράξη για την οποία κάνεις δεν τον υποχρεώνει να κάνει.

Στο τέλος, όπως σε κάθε ωραιοποιημένο τέλος ελληνικής ταινίας της εποχής- μιας κινηματογραφικής εποχής με σενάρια στα οποία τίμια, πλην όμορφα, εργατόπαιδα έδιναν μαθήματα ζωής σε κακομαθημένα πλουσιοκόριτσα- ο παραπλανημένος πολιτικός καταλάβαινε το λάθος του και άρχισε να κοιτάζει το συμφέρον του λαού.

Ήταν, δηλαδή, ο Κωνσταντάρας μια μικρογραφία υπουργών της εποχής Καραμανλή, που ναι μεν υπέγραψαν να ανταλλαχθεί μια δημόσια λίμνη, που παρανόμως είχε ιδιοποιηθεί μια Μονή, με δημόσια ολυμπιακά ακίνητα, αλλά δεν το έκαναν γιατί είχαν στο μυαλό τους κάποια μπίζνα. Το έκαναν γιατί είχαν παραπλανηθεί, σύμφωνα με ένα εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Παραπλάνηση με νομικές πράξεις από συμβολαιογράφο σύζυγο υπουργού και δικηγόρο πεθερό του ίδιου υπουργού συμβαίνουν σε χώρες που κατατάσσονται διεθνώς στις χαμηλές βαθμίδες δικαστικής αξιοπιστίας.

Το γεγονός ότι δέκα χρόνια αργότερα το Εφετείο έκρινε ότι η μεν λίμνη είναι δημόσια, και κακώς η Μονή -που επί χρόνια νοίκιαζε παράνομα σε ψαράδες της περιοχής- προσπάθησε να την ανταλλάξει, αλλά οι δύο παπάδες, που έκαναν το νταλαβέρι με τον παραπλανηθέντα Υπουργό δεν είχαν δόλο και, όπως εύκολα προβλέψατε, αθωώθηκαν όλοι οι εμπλεκόμενοι, επιβεβαιώνει γιατί στην 83η σε κατάταξη χώρα απόδοσης της δικαιοσύνης, δεν συναντάς εύκολα στη φυλακή καταχραστές της δημόσιας περιουσίας, πλαστογράφους υπουργούς και απατεώνες του λευκού κολάρου.

Παραπλανηθέντες, εξαπατηθέντες ή συνεργοί στην υπόθεση Βατοπεδίου -δεν έχει καμία σημασία ο πραγματικός τους ρόλος- μπορεί να αποδέχτηκαν ή να προσκόμισαν πλαστούς τίτλους, ψευδείς βεβαιώσεις και εικονικές πραγματογνωμοσύνες, αλλά εφόσον, κατά την εισαγγελική λειτουργό, υπήρχε ακλόνητη πεποίθηση πως οι παραλίμνιες εκτάσεις ανήκουν στη Μονή και δεν επηρέασαν κανέναν, αθωώθηκαν.

Χωρίς κανείς υπουργός να χρειαστεί να μπει στον κόπο να προβεί έστω σε πολιτικό χαρακίρι.

Οι μέχρι σήμερα κρίσεις του Εφετείου σε υποθέσεις οικονομικού ενδιαφέροντος έχουν πάντα καλό τέλος.

Ακόμη, φυσικά, καλύτερο τέλος έχουν υπουργικές υποθέσεις που αφορούν δωροδοκία υπουργών.

Αν απορείτε γιατί στην πατρίδα μας δικαστές και πολιτικοί βρίσκονται στο πάτο της κοινωνικής εκτίμησης, προσπαθήστε να εξηγήσετε γιατί εάν η δωροδοκία δεν συμβαίνει κατά την τέλεση των καθηκόντων του εκάστοτε υπουργού -αλλά μόνο επ’ ευκαιρία των καθηκόντων του- τότε σε ένα χρόνο παραγράφεται το αδίκημα.

Δεν καταλαβαίνετε τον νομικισμό που κρύβεται μεταξύ ασαφών λέξεων;

Δεν πειράζει. Θα τον καταλάβετε, εάν αναλογιστείτε πως σας λένε ότι μια γυναίκα που απατά τον σύζυγο της κατά την διάρκεια του γάμου της παύει να θεωρείται πουτάvα ένα χρόνο μετά την τέλεση της απιστίας, ενώ είναι πουτάvα, εάν σαν γυναίκα απατά κάποιον χωρίς να τον έχει παντρευτεί.

Κανείς, βέβαια, δεν αποκλείει μια πουτάvα να σκίζεται για την οικογένειά της. Να φροντίζει τα παιδιά της και να έχει πάντα έτοιμο ένα πιάτο φαγητό για τον σύζυγο.

«Ξέχνα το, ρε Μπάμπη» λένε στον κερατά. «Δεν βλέπεις; Είναι κοπέλα με φιλότιμο».

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις μεγάλες δικαστικές υποθέσεις.

Αγνοούνται πλαστογραφημένα έγγραφα, αλλά λαμβάνονται υπόψη μαρτυρικές καταθέσεις που ενισχύουν μια κοινωνική πλευρά του κατηγορούμενου άσχετη με την υπό κρίση υπόθεση.

«Κάθε Κυριακή είναι στην εκκλησία, Κύριε Πρόεδρε. Και στον έρανο για την αναστήλωση του ναού μας πρόσφερε πολλά χρήματα. Είναι φιλότιμος και θεοσεβούμενος άνθρωπος ο κατηγορούμενος» ακούγεται συχνά στα πολιτικά δικαστήρια για εμπόρους ναρκωτικών η παιδόφιλoυς.

Φίλη -καθηγήτρια Γλωσσολογίας είναι η κοπέλα- την οποία ρώτησα γιατί η λέξη φιλότιμο δεν υπάρχει στο ξένο λεξιλόγιο, μου απάντησε:

“Δεν έχει λόγο ύπαρξης. Εφόσον υπάρχουν λέξεις όπως η εντιμότητα, η αλληλεγγύη και η ακεραιότητα, η λέξη φιλότιμο είναι περιττή. Στην αλλοδαπή, η ψυχανάλυση συμπεριφοράς ιθαγενούς με φιλότιμο θα προκαλούσε εννοιολογική σύγχυση, αφού θα εισχωρούσε στα εδάφη των νοητικών πεδίων της δουλοπρέπειας, της υποταγής και της υστεροβουλίας.”

Στο λεξιλόγιο μιας χώρας στην οποία το φιλότιμο έχει πρωτεύουσα αξία, συνυπάρχει και το ύστατο παρελκόμενο της λέξης. Και είναι η ξεφτίλα.

Η ξεφτίλα είναι χαρακτηριστικό όχι μόνο της συμπεριφοράς ενός προσώπου αλλά και της αντίδρασης μιας ομάδας ανθρώπων (πχ Υπουργικό Συμβούλιο) ή και των θεσμών χάρη στις οποίες λειτουργεί η κοινωνία.

Κανείς δεν αποκλείει σε ένα ξεφτιλισμένο κράτος να υπάρχουν φιλότιμοι -εντός και εκτός εισαγωγικών- πολίτες.

Της ξεφτίλας των θεσμών έχουν προηγηθεί σωρεία γεγονότων με κύρια χαρακτηριστικά τους την αδιαφάνεια στην λήψη αποφάσεων, τον χρηματισμό και την συγκάλυψη παρανόμων πράξεων.

Συνακόλουθα της αδιαφάνειας, του χρηματισμού και της συγκάλυψης είναι η υποκρισία της κοινωνικής έγκρισης από την πλειοψηφία, η ευρεία διασπορά της αναξιοκρατίας και η συνεπαγόμενη εξ αυτής εμφάνιση φαινομένων διοικητικής φαιδρότητας, η επιχειρούμενη χειραγώγηση της μάζας και της αποδοχής καταστάσεων -από την μάζα- ως τετελεσμένες η αναγκαίες, και τέλος η γελοιοποίηση, ως συνισταμένη των αποτελεσμάτων άσκησης της εξουσίας από φαιδρά η ανίκανα άτομα και κωμικής αντίδρασης της κοινωνίας, ως αντίδοτο για την έλλειψη σοβαρότητας των θεσμών.

Ευνόητο είναι ότι για την παραπάνω διαδοχή καταστάσεων βασικό προαπαιτούμενο θεωρείται η χρόνια καλλιέργεια αμοραλισμού, προκειμένου να νομιμοποιηθεί το έλλειμμα ηθικών αξιών και στη συνέχεια να εξισωθεί σε κάθε έκπτωτη ηθική αξία το μέγεθος του ατομικού ελλείματος.

Η εξίσωση του ατομικού ελλείματος αποδόθηκε χαρακτηριστικά από συνταξιούχο πολιτικό με την ρήση «Όλοι μαζί τα φάγαμε».

Καλλιεργείς την έλλειψη σεβασμού στο περιβάλλον, κάνοντας τα στραβά μάτια σε μικροϊδιοκτήτη διαμερίσματος στα Σεπόλια που επιχειρεί να κλείσει μια βεράντα και εξισώνεις το μέγεθος της παρανομίας με την αυθαίρετη ανέγερση στο αιγιαλό και τις υπερβάσεις στη δόμηση ενός ξενοδοχειακού συγκροτήματος.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη κοινωνιολογική ανάλυση για να κατανοήσει κάποιος τον σταδιακό εκφυλισμό των κοινωνικών θεσμών στη πατρίδα μας.

Τον βιώνει στην καθημερινότητά του.

Δημόσιος οργανισμός στα χρόνια των μνημονίων -το ΚΕΛΠΝΟ- βαφτίζει τον καρκίνο μεταδοτικό νόσημα και μοιράζει εκατομμύρια σε μια δημοσιογραφική παρέα, σε αντάλλαγμα με την αποσιώπηση της κοινωνικής εξαθλίωσης και την διάλυση της δημόσιας υγείας και παιδείας.

Στην παρέα -τι σημασία έχουν πια τα ονόματα;– βρίσκεις ανθρώπους που έπαιρναν άτοκα δάνεια από εφοπλιστές που βούλιαξαν τράπεζες, αλλά δεν δίσταζαν να στήνονται μπροστά στα ΑΤΜ για να αποδείξουν ότι δεν μπορούν να πάρουν δάνειο από τράπεζα, όπως πήρε μετέπειτα υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ που τους σκυλόβριζε καθημερινά σαν πουλημένους.

Δικαστές καταδικάζουν σε 9 μήνες φυλάκιση με αναστολή Υπουργό για πλαστογραφία λίστας φοροφυγάδων που έβγαλαν παράνομα έξω από την χώρα 2 δις Ευρώ, με ανυπολόγιστη ζημία για το κράτος, προκειμένου να γλυτώσουν κάποιους φόρους συγγενείς του υπουργού, απόγονοι κατοχικών συνεργατών.

Ταυτόχρονα, διώκουν δικαστικά τον δημοσιογράφο που αποκάλυψε την λίστα και στη συνέχεια αποφασίζουν την παραγραφή των επιβληθέντων φόρων, επειδή παρήλθε η πενταετία.

Καθαρίστρια, που διόρθωσε πριν τριάντα χρόνια μια τάξη στο απολυτήριο του δημοτικού, καταδικάζεται σε δεκαετή φυλάκιση και οδηγείται στην φυλακή, ενώ στην ίδια ποινή, αλλά με αναστολή, καταδικάζεται συνεργός καταχραστή εκατό τριάντα εκατομμυρίων Ευρώ από το Δημόσιο.

Αποτυχημένος διοικητής εμπορικής τράπεζας, με ιστορικό παραποίησης δημόσιων λογιστικών στοιχείων και εισαγωγής χρηματιστηριακών προϊόντων για την πλασματική μείωση του δημόσιου χρέους -πράξεις που κόστισαν κάποια δισεκατομμύρια στα πρώτα μνημόνια- προάγεται σε υπουργό Οικονομικών και εγκρίνει τις τιμές φαρμάκων φαρμακευτικής εταιρίας στην οποία ό ίδιος ήταν σύμβουλος και η σύζυγός του αναλάμβανε την διεξαγωγή συνεδρίων ή την εκπόνηση εικονικών μελετών για λογαριασμό της ίδιας εταιρείας. Τραπεζίτης που φουντάρει τέσσερις εταιρείες, διαλύει μια ποδοσφαιρική ομάδα και ρίχνει μια ξένη χώρα στα μνημόνια, αγιογραφείται από τηλεδημοσιογράφο σαν επιχειρηματίας της χρονιάς και αφήνεται σε ζωντανή συνέντευξη να μονολογεί σε βάρος του δημοσιογράφου που αποκαλύπτει τις απάτες του. Μπορεί τα μικρά αυτά παραδείγματα να καταδεικνύουν τις καταστάσεις της αδιαφάνειας, της συγκάλυψης, της υποκρισίας και της αναξιοκρατίας που χαρακτηρίζουν τους θεσμούς, αλλά στην βαλκανική version λειτουργίας τους το μοντέλο πρέπει να επενδυθεί με την ανάλογη φαιδρότητα.

Η φαιδρότητα -όσο και αν ξενίζει η λέξη- είναι απαραίτητο συστατικό για να μην πάρει ο κόσμος στα σοβαρά τους θεσμούς και να αρχίσει να προβληματίζεται. Χρειάζονται φαιδρά πρόσωπα για την υποστηρικτική λειτουργία των θεσμών.

Δικαστές που αποκαλούνται σε απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες με παρατσούκλια –ο Ψηλός, ο γυαλάκιας, ο Παναθηναϊκάκιας, λες και είναι μέλη συμμορίας κλεπταποδόχων- πολιτικοί που πλασάρουν σε νυχτερινές εκπομπές telemarketing προϊόντα για αφελείς η θρησκόληπτους, δημοσιογράφοι που βάζουν ερωτήσεις από σκονάκια που τους δίνει υποψήφιος Πρωθυπουργός, είναι βούτυρο στο ψωμί της φαιδροποίησης κάθε κοινωνικού θεσμού.

Κοινωνία που δεν παίρνει στα σοβαρά τους θεσμούς, ξέρετε πόσο εύκολα χειραγωγείται;

Η χειραγώγηση της μάζας είναι το μεταβατικό στάδιο για την αποδοχή του τρόπου λειτουργίας των θεσμών, ως δεδομένου και φυσιολογικού.

Μέσα μαζικής ενημέρωσης που με βάση τους κανόνες της ελεύθερης οικονομίας -την οποία τα ίδια υποστηρίζουν- θα έπρεπε να έχουν βάλει λουκέτο από χρόνια, λειτουργούν με χρήματα από καμπάνιες του δημοσίου και δυσφημούν δημόσια παιδεία, υγεία και πρόνοια, με απώτερο σκοπό την ιδιωτικοποίηση τους.

Δημοσιογράφοι λειτουργούν σαν κράχτες επιχειρηματιών της αρπαχτής και αναλαμβάνουν δημόσιες σχέσεις εταιρειών που προωθούν τα προϊόντα τους στο δημόσιο. Το δημόσιο αυτό, που οι ίδιοι συκοφαντούν σαν σπάταλο και αναποτελεσματικό, ωθείται στην αγορά υλικών ή υπηρεσιών, χωρίς κανένα σεβασμό των κανόνων του ελεύθερου ανταγωνισμού.

Ειδήσεις που αφορούν το κοινωνικό σύνολο, εάν δεν παραποιούνται, αποσιωπώνται, και στη θέση τους προβάλλονται γεγονότα που επιχειρούν να τρομοκρατήσουν φοβισμένους μικροαστούς ή νοικοκυραίους.

Πολιτικές δολοφονίες παρουσιάζονται σαν ξεκαθάρισμα ποδοσφαιρόφιλων, ενώ ξεκαθαρίσματα μαφιόζικων ομάδων σαν οικονομικές διαφορές επιχειρηματιών.

Αν σε αυτά προσθέσετε συμμετοχές εκδοτών σε εκβιασμούς δημοσιογράφων, εξαγορές καναλιών, εφημερίδων ακόμη και πρώην αριστερών περιοδικών από επιχειρηματικούς ομίλους, που ανταγωνίζονται ό ένας τον άλλον, και όλοι μαζί ακροβατούν για να στηρίξουν μια άθλια κυβέρνηση, έχετε την εικόνα του θεσμού της δημοσιογραφίας που λειτουργεί σαν εργαλείο χειραγώγησης του λαού, με μοναδικό σκοπό την αποδοχή έκφυλων καταστάσεων σαν κανονικότητα.

Η αποδοχή επιτυγχάνεται με την αποστροφή του κόσμου από την πραγματική πολιτική.

Μια ανώδυνη -χωρίς κοινωνικές αναταράξεις- αποστροφή είναι ζητούμενο από τους εκπροσώπους θεσμών χωρίς κύρος.

Εκείνο που οι εκπρόσωποι των θεσμών θέλουν να αποφύγουν, χωρίς να το καταφέρνουν, είναι η γελοιοποίησή τους.

Η γελοιοποίηση είναι ο προθάλαμος της ξεφτίλας.

Η μεγάλη παρέα πολιτικών, δημοσιογράφων, δικαστών και επιχειρηματιών, μπορεί να έχει επιτύχει την πολιτική αποχαύνωση της μάζας και να μην χολοσκάει εάν ο κόσμος τους σιχαίνεται, αλλά εκείνο που δεν έχει ακόμη καταφέρει, είναι να περιορίσει τα γέλια που προκαλούν οι συμπεριφορές τους.

Άνθρωπος που γελάει, όσο και να υποφέρει στην καθημερινότητά του ή να φοβάται με αυτά που ακούει, είναι άνθρωπος με λανθάνον ελεύθερο πνεύμα και ψυχή.

Και τον άνθρωπο που γελάει με τις γελοιότητες μιας κυβέρνησης, είναι αυτόν που φοβάται μη και τον χάσει από ψηφοφόρο η κάθε κυβέρνηση.

Δεν φοβάται, ούτε αυτόν που ακούει Πορτοσάλτε, ούτε αυτόν που βλέπει ειδήσεις του ΣΚΑΙ.

Στα σχόλια των κοινωνικών δικτύων, ο κάθε κυβερνητικός αναλυτής δεν υπολογίζει τα likes των φιλελέδων στις αναρτήσεις διαφόρων trolls της. Μετράει τις φατσούλες με τα « Χα,χα» στις αναρτήσεις των αδιευκρίνιστων κομματικά ανθρώπων και τις αντιδράσεις της κρίσιμης μετακινούμενης μάζας των ψηφοφόρων -εκτιμάται σε 10% του συνόλου- που ακολουθεί τα κοινωνικά δίκτυα.

Δεν πάει ο άλλος, κάθε φορά που επιλέγει διαφορετικό κόμμα, να σιχτιρίζει αυτούς που ψήφισε την τελευταία φορά και να ορκίζεται ότι δεν θα ψηφίσει ξανά τους προηγούμενους καραγκιόζηδες;

Δεν μπορεί, θα γελάσει βλέποντας ένα Πρωθυπουργό να έχει ανοίξει διάλογο με επαρχιώτη βιοτέχνη, και να πιστεύει, ο μεν Πρωθυπουργός ότι ένα κινέζικο μηχάνημα που φτιάχνει φασόν μάσκες είναι υψηλή τεχνολογία, ο δε βιοτέχνης ότι με μια επένδυση εκατό τριάντα χιλιάδων ευρώ θα αναγορευθεί σε εθνικό ευεργέτη.

Θα δώσει τόπο στην οργή για αρχή, μπορεί να πει κιόλας «έλα μωρέ, το ίδιο μ@λάκες είναι όλοι», αλλά όταν επιβεβαιώσει –από ξένες πηγές, γιατί τις δικές μας δεν τις εμπιστεύονται ούτε οι ίδιοι οι δεξιοί- ότι η NOVARTIS χρέωσε το Δημόσιο τα χρόνια των μνημονίων με δισ. για να τα τσεπώσουν κάποιοι επιτήδειοι και το συνδυάσει με την δουλειά του που έχασε, είναι σίγουρο ότι θα αγανακτήσει.

«Ζούμε σε ένα ξεφτιλισμένο κράτος» θα φωνάξει.

Η ξεφτίλα σε εθνικό επίπεδο είναι μαχητή. Δόξα τω Θεώ, υπάρχουν οι παραχαράκτες, οι μεταλλάκτες η και οι αποσιωποιητές των ειδήσεων -δημοσιογράφοι κατά κανόνα- οι οποίοι κάνουν εξαιρετική δουλειά.

Εκεί που η ξεφτίλα δεν συμμαζεύεται είναι όταν μια υπόθεση έχει διεθνοποιηθεί.

Μπορείς να φτιάξεις όσες δημοσκοπήσεις θέλεις -που δεν τις παίρνουν στα σοβαρά ούτε οι ίδιοι που τις φτιάχνουν, πολύ δε περισσότερο οι ξένοι- μπορείς να βγάλεις στον αέρα μια μαγνητοσκοπημένη συνομιλία ενός προσώπου -από τον υπόκοσμο των φοροφυγάδων- με ένα βλάκα Υπουργό του ΣΥΡΙΖΑ, που νόμισε ότι θα μπορούσε να στριμώξει τον Παπασταύρου- δεν είναι τυχαίο ότι ο Σαμαράς είπε ότι θα ήταν ευχής έργο να είχαμε δέκα Παπασταύρου- αλλά δεν μπορείς να σκεπάσεις τον συμβιβασμό της NOVARTIS με την αμερικάνικη κυβέρνηση.

Στο δικαστικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών, η έννοια του συμβιβασμού είναι συνυφασμένη με την άμεση παραδοχή εμπορικών πρακτικών που δεν συνάδουν με τους κανόνες της ελεύθερης οικονομίας και δεν έχει σημασία ότι έγιναν σε ξένες χώρες, γιατί εφόσον η NOVARTIS δραστηριοποιείται στην Αμερική, αυτές οι πρακτικές της εταιρείας δεν είναι αποδεκτές.

Το αντίτιμο του συμβιβασμού, επίσης, δεν έχει άμεση σχέση με το ύψος της πραγματικής βλάβης που προκλήθηκε στην ξένη χώρα- αλλά με τις εκτιμηθείσες οικονομικές επιπτώσεις στις ανταγωνίστριες αμερικάνικες εταιρείες.

Η ξεφτίλα από την υπόθεση NOVARTIS δεν έγκειται ούτε στις συνταγογραφήσεις φαρμάκων, ούτε στη σαφή αναφορά ότι κάποιοι αξιωματούχοι δωροδοκήθηκαν, προκειμένου να εγκρίνουν υπερκοστολογημένα φάρμακα.

Αυτού του είδους οι πρακτικές συμβαίνουν στις καλύτερες χώρες, και δεν θα γίνουν στις βαλκανικές;

Σε οικονομίες που ανθεί ο κρατικοδίαιτος παρασιτισμός δεν είναι περίεργο να υπάρχουν επιστήμονες που γράφουν συνταγές με δώρο ένα πληρωμένο ταξίδι σε εικονικό συνέδριο με tour operator ιδιοκτησίας συζύγου κεντρικού τραπεζίτη, και δεν είναι πρωτάκουστο να υπάρχουν υπουργοί που υπογράφουν τιμοκαταλόγους με βάση λογισμικό ενός περιφερόμενου συμβούλου που εκπονήθηκε από την ευνοηθείσα εταιρεία.

Αλλά είναι χυδαίο, να βγαίνει σε εκπομπή μονόλογο του Χατζηνικολάου -είχε κάνει ανάλογο μονόλογο και ο Μαρινάκης σε συνέντευξή του- ο τότε Υπουργός Υγείας κύριος Άδωνις Γεωργιάδης και να προσπαθεί -με το γνωστό ενοχλητικό ηχόχρωμα της φωνής του- να εξηγήσει ότι οι Αμερικάνοι στις εκθέσεις τους σαν αξιωματούχους εννοούν τους δημόσιους γιατρούς.

Ναι, καλά ακούσατε. Τους γιατρούς του Δημοσίου, για τους οποίους η Μαρέβα μας είχε παροτρύνει να βγούμε στα μπαλκόνια και να τους χειροκροτήσουμε, επειδή δούλευαν με μισθούς ίσως και μικρότερους από ό,τι δίνουν αυτή και οι φίλες της στις Φιλιππινέζες οικιακές βοηθούς τους.

Το να μην διακόψει ο δημοσιογράφος ούτε για μια στιγμή τον κύριο Γεωργιάδη -πράγμα που κάνει ένας δημοσιογράφος που σέβεται τον εαυτό του και διακόπτει με αγένεια τον συνομιλητή, όταν ακούει κάτι που δεν του αρέσει η είναι αντίθετο στα συμφέροντα του αφεντικού του- ή το να μην τον ρωτήσει, γιατί σαν υπουργός Υγείας υπέγραφε αυξημένες τιμές των φαρμάκων και γιατί ο ΕΟΠΥ, στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει, δεν έλεγξε τον αριθμό των συνταγογραφήσεων, παραπέμπει σε δύο εξηγήσεις.

Η πρώτη εξήγηση είναι ότι δεν ξέρει να κάνει καλά την δουλειά του και κάνει πολύ καλά που διατηρεί νυχτερινή εκπομπή για ελαφριές συζητήσεις ακόμη και αν χρειάζεται να φοράει κάποια σαλιάρα, όπως έμμεσα επινόησε σκιτσογράφος εφημερίδας, της οποίας ο Διευθυντής κατά το quiz του Χατζηνικολάου γλείφει καθημερινά τον Αμερικανό πρέσβη.

Η παραπάνω εξήγηση αν και δεν στερείται λογικής βάσεως, θα πρέπει μάλλον να αποκλεισθεί, γιατί ο Χατζηνικολάου έχει καταφέρει να γίνει εκτός από παρουσιαστής ειδήσεων ή showman και ιδιοκτήτης οικονομικά προβληματικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, και όπως κάθε επιτυχημένος επιχειρηματίας, έχει φορτώσει τις τράπεζες με δάνεια που δεν εξυπηρετούνται.

Συνεπώς, κατά δεύτερη λογική εξήγηση, ο Χατζηνικολάου είναι ένας έξυπνος δημοσιογράφος που προσαρμόζεται στην εκάστοτε κανονικότητα του τρόπου άσκησης του επαγγέλματός του- τα περί λειτουργήματος είναι μ@λακίες που λένε μεταξύ τους οι δημοσιογράφοι- και απέχει παρασάγγας από την νέα φουρνιά των αποφοίτων της σχολής Κοσιώνη-Οικονόμου.

Η σχολή Κοσιώνη-Οικονόμου συνομιλητή ιδεολογικό αντίπαλο του κόμματος που πατρονάρουν, τον ξεσκίζουν.

Τον διακόπτουν συνεχώς και δεν τον αφήνουν να αναπτύξει το θέμα για το οποίο έχει ερωτηθεί, αν η τροπή της συζήτησης δεν είναι ευνοϊκή για αυτούς.

Αν ο συνομιλητής είναι δικός τους άνθρωπος και κομπιάζει στην απάντηση, τον βοηθούν όσο μπορεί.

Αν χρειάζεται να απαντήσει σε ερώτηση στημένη, δεν διστάζουν να πάρουν και σημείωμα την ώρα της συνομιλίας.

Ο Χατζηνικολάου, όμως, είναι καθηγητής χειρουργικής δημοσιογραφίας.

Στον εκάστοτε αντίπαλο βάζει δύσκολες μεν ερωτήσεις για να τον εκθέσει όσο μπορεί -και συνήθως εκτίθεται από μόνος του χωρίς να χρειάζεται βοήθεια- αλλά, ούτε τον ειρμό του διακόπτει, ούτε ο ίδιος φορτίζεται σαν υστερική γεροντοκόρη.

Γνωρίζει ότι ένας σημερινός αντίπαλος στην εξουσία είναι ένας πιθανός αυριανός σύμμαχος.

Τον σύμμαχο του σήμερα -και σύμμαχος είναι αυτός που μοιράζει σήμερα χρήματα ή δεν σε κυνηγάει για τα χρωστούμενα- τον αφήνεις να μιλάει ανενόχλητος και να λέει ότι θέλει.

Βέβαια, ο Άδωνις είναι από φύσεως άνθρωπος που όχι μόνο δεν κομπιάζει, αλλά χειρίζεται με επάρκεια τις τεχνικές της σοφιστείας και της στρεψοδικίας.

Και σαν άριστος στρεψόδικος η υπόθεση της NOVARTIS -εκτός από συνωμοσία του ΣΥΡΙΖΑ- είναι πλέον και ένα σκάνδαλο γιατρών του Δημοσίου.

Προσέξτε! Όχι γενικά των γιατρών, αλλά των γιατρών του Δημοσίου.

Μια σπάταλη και διεφθαρμένη Δημόσια Υγεία κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια ότι πρέπει να περάσει στα χέρια των ιδιωτών για να σταματήσει η κάθε NOVARTIS να τιμολογεί ανεξέλεγκτα και να επιβαρύνονται οι φορολογούμενοι της μεσαίας τάξης.

Η συνταγή, για την απαξίωση ενός δημόσιου αγαθού, είναι οι φόροι που καλείται να πληρώσει για την διατήρησή του ο φορολογούμενος της μεσαίας τάξης.

Εάν ο τελευταίος είναι και νοικοκυραίος, που νοιάζεται να έχει ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι του ή να αφήσει κάτι στα παιδιά του, και δεν θέλει τα χρήματα που πληρώνει στο κράτος να πηγαίνουν σε τσέπες άλλων, ο στόχος έχει πετύχει κατευθείαν τον εγκέφαλο.

Να φύγει κάθε τι δημόσιο και να γίνει ιδιωτικό. «Να μη πληρώνουμε και φόρους, στο κάτω- κάτω» λέει ο μικρομεσαίος.

Το θέμα, όμως, της ξεφτίλας δεν είναι ο Άδωνις. Είναι η NOVARTIS.

Μια μικρή αναδρομή στην εξέλιξη της υπόθεσης NOVARTIS περιλαμβάνει -είναι η αλήθεια- πολλά από τα στοιχεία εκείνα που πλήττουν την αξιοπιστία των θεσμών.

Υπήρξε αδιαφάνεια, διαφθορά -αναξιοκρατία εννοείται- συγκάλυψη, χειραγώγηση της κοινωνίας για την αναποτελεσματικότητα του Δημοσίου και φαιδρότητα στην αντιμετώπιση του θέματος, όταν αυτό βγήκε στην επιφάνεια.

Το γεγονός ότι η υπόθεση της Novartis εξελίσσεται σε υπόθεση της πλάκας, για να περνάει η ώρα στο Κοινοβούλιο, το μαρτυράει το γεγονός ότι κανένας ανακριτής ή εισαγγελέας δεν αφήνει τον φάκελο.

Τρείς ανακριτές παραιτήθηκαν από την υπόθεση Noor1- που είναι πραγματικά σοβαρή αφού εννιά μάρτυρες έχουν εξαφανιστεί- και για την NOVARTIS μόνο στο ξύλο που δεν πλακώνονται οι δικαστές, για το ποιος θα την χειριστεί.

Σε μια κοινωνία που έχουν γελοιοποιηθεί τα πάντα, θα περίμενε κανείς η γελοιογραφία να λειτουργούσε επικουρικά των γελοιοτήτων που ειπώθηκαν μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου.

Βέβαια, όταν η φαιδρά πορτοκαλέα είναι σε μόνιμη ανθοφορία, οι επιθεωρησιογράφοι και οι γελοιογράφοι, αν δεν είναι εξαφανισμένοι όπως ο Αρκάς, είναι περιττοί.

Φροντίζουν για αυτό οι ίδιοι οι εκπρόσωποι των θεσμών.

Βρείτε μου έναν κωμικό που να διαβάζει ένα κείμενο συλλαβίζοντας και να βγάζει το ίδιο γέλιο με γυναίκα βουλευτή που την μαζέψανε από τα καλλιστεία Πελοποννήσου.

Πηγαίνετε στην Ευριπίδου και συγκρίνετε κράχτες μαγαζιών κινέζικων εργαλείων με πολιτικούς-τηλεπωλητές μεταμεσονύχτιων εκπομπών που πουλάνε από βιβλία μέχρι αλοιφές.

Διαβάστε -στις γνωστές σαβούρες η τα sites της κλειδαρότρυπας- λεπτομέρειες υποδοχής Ουκρανών γυναικών ύψους κάτω των δύο μέτρων από δικαστή παραδικαστικού κυκλώματος και θα διαπιστώσετε πόσο υστερούν σε γέλιο οι σκηνές σeξ με τον Γκουσγκούνη που έλεγε στην πρωταγωνίστρια «Βάστα τοίχο, θα σπρώξω γερά».

Για να γελοιοποιηθεί ένας άνθρωπος δεν χρειάζεται να κάνει και πολλά. Πρέπει, βασικά, να πιστεύει ότι είναι σοβαρός -αν και στη πραγματικότητα δεν είναι- και να θέλει να τον παίρνουν οι άλλοι στα σοβαρά.

Φορές-φορές, αρκεί μια εμφάνιση, μια γκριμάτσα ή και μια χειρονομία του, για να ξεσπάσει ο κόσμος στα γέλια.

Στη φωτογραφία, αν και ο εργοδηγός της LAMDA DEVELOPMNENT δείχνει στον Πρωθυπουργό ότι τον παίρνει στα σοβαρά, καθώς τον ακούει πιθανόν να του υποδεικνύει την σωστή γωνία κλίσης που πρέπει να έχει το σφυρί όταν κατεδαφίζει μπετά, το σίγουρο είναι ότι μόλις η παράσταση τελειώσει ο εργοδηγός θα πει:

«Μα καλά είναι σοβαρός ο άνθρωπος; Ήρθε να εγκαινιάσει κατεδάφιση; Πάλι καλά που χτες δεν πήγε στο Βενιζέλος να μοιράζει ο ίδιος καναπεδάκια στους τουρίστες»

Μια εξουσία, όποια και να είναι, που διαχειρίζεται τους θεσμούς ή τις ανεξάρτητες αρχές κατά τα συμφέροντά της, ένα πράγμα της απομένει να κάνει για να πιάσει τον πάτο της αξιοπιστίας.

Η ξεφτίλα!

Και το κράτος ξεφτιλίστηκε -δεν είναι δα και η πρώτη φορά- γιατί ένα ξένο κράτος, οι ΗΠΑ, επέβαλε πρόστιμο σε εταιρεία που δραστηριοποιείται στη χώρα μας για το αδίκημα της απιστίας σε βάρος της Ελλάδας, ενώ το ελληνικό κράτος δεν άσκησε ούτε αγωγή.

Καταδικάστηκε η NOVARTIS με βάση καταθέσεις στο FBI προστατευόμενων μαρτύρων- όπως συμβαίνει σε ανάλογες υποθέσεις της Μαφίας ή οικονομικών εγκλημάτων- για τους οποίους μάρτυρες, οι δικές μας αρχές, για την προστασία τους, μόνο φωτογραφίες τους που δεν έδωσαν.

Άλλωστε, δεν χρειάστηκαν, γιατί τις βρήκαν τα λαγωνικά των καναλιών μας.

Δεν ήθελαν, βέβαια, και πολύ οι εγχώριοι πολιτικοί, τους οποίους κατονόμασε το FBI να αρχίσουν να μιλάνε για κουκουλοφόρους και να τσαμπουκαλεύονται πως θα τους βγάλουν την κουκούλα, θα τους ξεσκίσουν, και επειδή είναι σοβαροί δεν είπαν ότι θα τους γ@μήσουν.

Βλέπετε, οι δικοί μας πολιτικοί μας δεν έχουν μάθει να καταδίδουν με κουκούλα και τους ξένισε ο θεσμός του μάρτυρα που προστατεύεται.

Στην κατοχή, οι συνάδελφοι της εποχής τους εάν δεν την είχαν κοπανήσει στο Λίβανο, μπορεί να είχαν αλισβερίσια με τους Γερμανούς –του ενός μάλιστα, που δακρύζει εύκολα, ο πατέρας είχε την αποκλειστικότητα της έκδοσης κατοχικής εφημερίδας- αλλά οι δουλειές γίνονταν χωρίς κουκούλα.

Όπως, χωρίς κουκούλα, ΣΕΒ και κανάλια, έδιναν στη Τρόικα στοιχεία για τα εργασιακά θέματα και τη φοροδιαφυγή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Εν πάση περιπτώσει με τον συμβιβασμό που επιτεύχθηκε μεταξύ Αμερικάνικου Δημοσίου και NOVARTIS, το συμπέρασμα που έβγαλε κάθε λογικός άνθρωπος είναι ότι η εταιρεία αποδέχθηκε την δωροδοκία σε κρατικούς λειτουργούς και γιατρούς, ξεφτιλίζοντας το κράτος στο οποίο λειτουργούσε επιχειρηματικά.

Και μαζί με το κράτος ξεφτιλίστηκαν και όλοι όσοι είχαν συντελέσει στην προηγούμενη εικόνα της γελοιοποίησής του.

Ξεφτιλίστηκαν οι πολιτικοί, γιατί κανείς, μα κανείς, Έλληνας πολίτης δεν βρέθηκε να πει για έναν από αυτούς που το FBI έδωσε στη λίστα: «Μα είναι στα καλά τους οι Αμερικάνοι; Ο πώς τον λένε μωρέ, είναι ποτέ δυνατόν να τα πήρε από την NOVARTIS;».

Ξεφτιλίστηκε η δικαιοσύνη, όχι μόνο γιατί ο σύζυγος της εισαγγελέως που εξέταζε την υπόθεση ήταν μέσα στο σύστημα της πρωτόγνωρης για γιατρό συνταγογραφήσης ύψους 1,7 εκ Ευρώ, αλλά γιατί με τις διάφορες καθυστερήσεις οδηγούσε την υπόθεση στην βολική για όλους παραγραφή.

Ξεφτιλίστηκαν Υπουργοί Υγείας που έβλεπαν τον Φρουζή να βγαίνει σε meetings και να καυχιέται ότι έχουν πρώτοι αυτοί την πληροφόρηση στην αγορά.

Ξεφτιλίστηκε Υπουργός Οικονομικών-που υπέγραφε τις εγκρίσεις για τις αυξήσεις των τιμών- και μετέπειτα κεντρικός τραπεζίτης που πήγαινε σαν ομιλητής στα συνέδρια μιας βρώμικης εταιρείας.

Ξεφτιλίστηκε ένας επιστημονικός κλάδος, ο ιατρικός, που ανεχόταν μέλη του να παίρνουν μικροδώρα από μια εταιρεία που λειτουργούσε ενάντια στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς.

Ξεφτιλίστηκαν τα κανάλια που δεν έλεγαν τίποτα για την υπόθεση και είδαν στην ελβετική τηλεόραση τον Γεωργιάδη να παραδέχεται ότι χρηματίσθηκαν πολιτικοί.

Ξεφτιλίστηκε τέλος και η Βουλή που περιόρισε με νόμο τον χρόνο της υποχρεωτικής δέσμευσης των καταθέσεων υπόδικων για ξέπλυμα μαύρου χρήματος, μεταξύ των οποίων και ο βασικός υπεύθυνος του αδικήματος της δωροδοκίας της NOVARTIS.

Αν θέλετε την προσωπική μου εκτίμηση για τον υπεύθυνο της εταιρείας που ζημίωσε αποδεδειγμένα το Δημόσιο και παραδέχθηκε την ενοχή της σε πράξεις δωροδοκίας η ίδια η εταιρεία -μέσω του συμβιβασμού της με το αμερικάνικο δημόσιο θα σας πω ότι, άνθρωπος που το γραφείο του στολίζουν μια τεράστια αρχαιοελληνική κολόνα, δυο καδράκια με τα παιδιά του και μια εικονίτσα του Χριστού που κρατά το ευαγγέλιο, είναι ένας άνθρωπος που πιστεύει στην πατρίδα, την θρησκεία και την οικογένεια.

Ε, ένας τέτοιος άνθρωπος είναι ποτέ δυνατόν να στήνει μπίζνες χειραγώγησης τιμών, να διαφθείρει δημόσιους λειτουργούς και να ξεπλένει βρώμικο χρήμα.

«Γιατί;» θα με ρωτήσετε.

Γιατί υπάρχει το φιλότιμο, όπως έλεγε η παλιά ταινία Και ο άνθρωπος Φρουζής με το που παραιτήθηκε από τη NOVARTIS φιλοτιμήθηκε να βοηθήσει τον Κυριάκο.

Για να προσφέρει σε μια χώρα που, εκτός από το «φιλότιμο», υπάρχει και η ξεφτίλα.

Γ.Κ.

(Αγαπητέ φίλε, σας ευχαριστώ που υπάρχετε. Αισθάνομαι βαθιά ευγνωμοσύνη για εσάς και τους φίλους του μπλογκ που γράφουν. Η εμπειρία μου από τα ελληνικά ΜΜΕ, τους δημοσιογράφους και όλο αυτό το συρφετό, με έχει οδηγήσει σε βαθιά σιχαμάρα. Τους βλέπω, δε, που αλληλοαποθεώνονται οι υπάλληλοι των Μαρινάκηδων με τους “πνευματικούς ανθρώπους” και μου έρχεται εμετός. Βέβαια, ξεφτιλισμένοι δεν είναι μόνο οι πολιτικοί, οι ολιγάρχες, οι δημοσιογράφοι, οι “καλλιτέχνες” και οι δικαστές αλλά και οι περισσότεροι Έλληνες. Διαφορετικά, όλα αυτά δεν θα γίνονταν. Ποια Novartis, όταν χρεοκόπησε η χώρα και δεν οδηγήθηκε κανείς στην Δικαιοσύνη; Για εμένα εκεί τελείωσαν όλα. Γιατί οι Έλληνες δεν απαίτησαν Δικαιοσύνη. Να είστε καλά. Την αγάπη μου.)

Πηγή: pitsirikos.net

YOU MIGHT ALSO LIKE