Raging Bull – Του Οδυσσέα Σουρίλα

Πρόκειται για μια ταινία που πραγματεύεται την ταραγμένη ζωή του Πρωταθλητή Μεσαίων Βαρών και αργότερα stand-up comedian Jake LaMotta. Πρόκειται για μια ταινία ορόσημο για τον κινηματογράφο και για μια υποδειγματική ενσάρκωση ρόλου από τον Robert DeNiro, που από πολλούς θεωρείται μια από τις κορυφαίες ή ίσως η κορυφαία στην ιστορία του κινηματογράφου. Ήδη από την εναρκτήρια sequence καταλαβαίνει κανείς την μαεστρία με την οποία σκηνοθέτησε ο Scorsese την ταινία. Βλέπουμε τον LaMotta (Robert DeNiro) να παλεύει μόνος του μέσα σε ένα ρινγκ, δηλώνοντας έτσι την μάχη του πρωταγωνιστή εναντίον τόσο του εαυτού του, όσο και εναντίον όλων των άλλων. Ο Scorsese επιλέγει να σκηνοθετήσει την ταινία με ασπρόμαυρο φιλμ για να αποδώσει καλύτερα το αίμα κατά την διάρκεια των αγώνων, αλλά κάποιοι λένε πως ο πραγματικός λόγος είναι ότι ήθελε να διαφοροποιηθεί από την σειρά ταινιών Rocky.

Ο DeNiro ως ηθοποιός της μεθόδου για τις ανάγκες του ρόλου πήρε 27κιλά, ενώ και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του ήταν παραμορφωμένα, ειδικά η μύτη του. Στην αρχή τον βλέπουμε μετά το τέλος της καριέρας του stand-up comedian να αναθυμάται το ένδοξο παρελθόν του ως πυγμάχος. Κατόπιν με flashback οδηγούμαστε στο παρελθόν και στο ξεκίνημα της ‘ένδοξης πορείας του. Εξαιρετική δουλεία είχε γίνει στο μοντάζ όπου η Thelma Schoonmaker κέρδισε το αγαλματίδιο. Από την αρχή βλέπουμε πως εναντιώνεται και νιώθει μίσος απέναντι στον κόσμο. Θεωρεί πως όλοι τον επιβουλεύονται και κατηγορεί την πρώτη του γυναίκα για την για την στασιμότητα στη ζωή του. Η μόνη λογική φωνή που είναι πλάι του είναι ο αδερφός του Joey (Joe Pesci υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερου Υποστηρικτικού Ρόλου), που είναι και manager του και τον οποίο σταδιακά σπρώχνει μακριά του με τη συμπεριφορά και τα λόγια του. Στο τέλος μάλιστα είχαν αποξενωθεί για πολλά χρόνια και όταν ξανά συναντήθηκαν τυχαία μετά από πολλά χρόνια υπήρχε ψυχρότητα.

Η στιγμή βέβαια που αλλάζει εντελώς την ζωή του LaMotta είναι η γνωριμία του με την δεύτερη γυναίκα του την Vickie (Cathy Moriarty υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερου Γυναικείου Υποστηρικτικού Ρόλου). Προσπαθεί να την προσεγγίσει με κάθε τρόπο και τελικά καταφέρνει να την κάνει γυναίκα του, αφού τον εγκατέλειψε η προηγούμενη. Την δεύτερή του γυναίκα την αγαπούσε πάρα πολύ και τα πρώτα χρόνια του γάμου τους ήταν ευτυχισμένα (μάλιστα είναι οι μόνες σκηνές που είναι έγχρωμες στην ταινία). Αργότερα όμως, με την πάροδο του χρόνου, άρχισε να την ζηλεύει παθολογικά και να την υποπτεύεται  πως τον  απατά. Μάλιστα χτύπησε πολύ άσχημα έναν αντίπαλο μποξέρ, επειδή η γυναίκα του του είχε πει πως τον βρίσκει όμορφο. Η ζήλεια του πάντως έφτασε στο αποκορύφωμα όταν υποπτεύθηκε τον αδερφό του πως πήγε με την γυναίκα του και αφού χτύπησε αυτή πρώτα, χτύπησε και τον αδερφό του. Αργότερα βέβαια τον εγκαταλείπει και ο ίδιος συλλαμβάνεται γιατί έδινε ποτό σε ανήλικες. Οδηγείται στην φυλακή, όπου ξεσπάει, αλλά και πάλι κατηγορεί τους υπόλοιπους και μην ρίχνοντας ούτε μια ευθύνη στον εαυτό του. Στο τέλος, γίνεται αναφορά στην ταινία On the Waterfront και στα λόγια του Marlon Brando «I coulda’ had class. I coulda’ been a contender. I coulda’ been somebody. Instead of a bum, which is what I am». Την ευθύνη όμως εξ ολοκλήρου την απορρίπτει στον αδερφό του και θεωρεί πως τον εκμεταλλεύτηκε.

YOU MIGHT ALSO LIKE