Y tu mamá también (Θέλω και τη μαμά σου)- 2001 – Του Πάνου Λιάκου
Mια ταινία που γουστάραμε φουλ στην εφηβεία και μπορούμε να την καταλάβουμε καλύτερα κάποια χρόνια μετά. Αρκεί και μόνο η επισήμανση της Ακαδημίας που το 2003 την έστειλε στην πεντάδα με τα καλύτερα πρωτότυπα σενάρια. Κι είμαστε λάτρεις των σεναρίων. Ιδίως εκείνων όπου στην πορεία μαζί με τη σκηνοθεσία γίνονται ένα. Στο »Θέλω και τη μαμά σου», όπως μεταφράστηκε στα ελληνικά αυτή η ταινία δρόμου του Αλφόνσο Κουαρόν, βρισκόμαστε στο Μεξικό του 1999 λίγο πριν από την άνοδο του Βισέντε Φοξ στην εξουσία. Η αναφορά που κάνουμε διόλου τυχαία δεν είναι, καθώς το πολιτικό διαδραματίζει ρόλο, η κάμερα μας μεταφέρει τις διαδηλώσεις και τις αναταραχές ιδίως στο πρώτο μέρος της ταινίας.
Κεντρικοί ήρωες ο Julio και ο Tenoch που προέρχονται από ανώτερα κοινωνικά στρώματα και όπως είναι φυσικό στα 17 τους χρόνια το αίμα τους βράζει. Θυμίζουν πολύ εκείνο που γράφει ο Νικολαϊδης στη Στεκιά: »το μόνο που γουστάρεις είναι το μουνί τα τσιγάρα και οι έρημοι δρόμοι τίποτ’ άλλο». Έτσι όπως είναι αυτοί στα ντουζένια τους, γνωρίζονται με την κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερή τους Λουίζα (πάντα τα μικρότερα αγόρια τα εξιτάρουν οι μεγαλύτερες), Ισπανίδα- εκ Μαδρίτης, – αρραβωνιαστικιά κάποιου γνωστού που τελικά την πείθουν να ξεκινήσουν μαζί road trip προς κάποια παραλία. Κι αυτό που βλέπει ο θεατής δεν είναι μια ακόμη ιστορία ενηλικίωσης αλλά μια ανανέωση του είδους από τη μεριά των σεναριογράφων (ο Αλφόνσο Κουαρόν με τον αδερφό του Κάρλος).
Είναι πράγματι ευφυής η πρόταση του παντογνώστη αφηγητή όχι μόνο διότι ανά στιγμές παγώνει η ηχητική μπάντα για να μάθουμε το backstory των ηρώων αλλά διότι εκτός από αυτούς εστιάζει και σε απλούς ανθρώπους, ψαράδες, γεωργούς. Το δε ενδιαφέρον από πλευράς σεναριογράφων αποδεικνύεται πέρα για πέρα αληθινό και ανθρώπινο (αρκεί κανείς να παρατηρήσει κάποια τράβελινγκ από το εσωτερικό του αμαξιού ή πιο πριν στο σπίτι της Λουίζα καθώς αυτή- η κάμερα- αποτραβιέται από το σαλόνι προς το παράθυρο και τι λαογραφικές πληροφορίες μας δίνουν). Γι’ αυτό και η αίσθηση του ντοκουμέντου, γι’ αυτό και ο Λουμπέζκι δουλεύει σχεδόν αποκλειστικά με φυσικό φως. Φυσικά πάνω απ’ όλα το έργο είναι μυθοπλαστικό, έχει συγκρούσεις χαρακτήρων και έξοχες (σεξουαλικές) κορυφώσεις.
Πάνος Λιάκος
- 52
- 1704